Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

Αγίου Αντωνίου: Συμβουλές για το ήθος των ανθρώπων και την ενάρετη ζωή, σε 170 κεφάλαια (γ)



Αγίου Αντωνίου: Συμβουλές για το ήθος των ανθρώπων και την ενάρετη ζωή, σε 170 κεφάλαια (γ)
ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ
ΤΟΜΟΣ Α'
Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου
Συμβουλές για το ήθος των ανθρώπων και την ενάρετη ζωή, σε 170 κεφάλαια
(μέρος Γ')

69. Εναντίον εκείνων που αμαρτάνουν δεν πρέπει να θυμώνομε και αν ακόμη διαπράττουν εγκλήματα άξια τιμωρίας. Για χάρη του ίδιου του δικαίου όμως πρέπει να επαναφέρομε όσους σφάλλουν και να τους τιμωρούμε αν τύχει, είτε μόνοι μας είτε μέσω άλλων, αλλά δεν πρέπει να οργιζόμαστε, γιατί η οργή ενεργεί σύμφωνα με το πάθος· δεν κρίνει σωστά και δε βλέπει το δίκαιο. Γι’ αυτό ούτε κι εκείνους που δείχνουν υπερβολική ευσπλαχνία προς όσους σφάλλουν πρέπει να τους παραδεχόμαστε· αλλά οι κακοί πρέπει να τιμωρούνται για το καλό και τη δικαιοσύνη και όχι σύμφωνα με το πάθος μας της οργής.
70. Μόνο ό,τι αποκτά η ψυχή είναι σίγουρο και αναφαίρετο. Και αυτό είναι η ενάρετη και αρεστή στο Θεό ζωή και η γνώση και τα καλά έργα. Ενώ ο πλούτος είναι τυφλός οδηγός και ανόητος σύμβουλος· οδηγεί στην απώλεια την αναίσθητη ψυχή του εκείνος που μεταχειρίζεται τον πλούτο με κακό και φιλήδονο τρόπο.
71. Πρέπει οι άνθρωποι ή τίποτε το περιττό να μην αποκτούν, ή αν έχουν, να γνωρίζουν με βεβαιότητα ότι όλα τα πράγματα της ζωής αυτής είναι από τη φύση τους φθαρτά και εύκολα αφαιρούνται και πετιούνται και κομματιάζονται. Επομένως δεν πρέπει να θλίβονται με όσα συμβαίνουν.
72. Γνώριζε ότι οι σωματικοί πόνοι είναι φυσικοί για το σώμα, αφού είναι φθαρτό και υλικό. Πρέπει λοιπόν σ’ αυτές τις περιπτώσεις η παιδαγωγημένη ψυχή να προβάλλει ευχαρίστως καρτερία και υπομονή και να μη κατηγορεί το Θεό γιατί έπλασε το σώμα.
73. Εκείνοι που αγωνίζονται στους ολυμπιακούς αγώνες δεν παίρνουν το στεφάνι όταν νικήσουν τον πρώτο ή το δεύτερο ή τον τρίτο, αλλά όταν νικήσουν όλους τους συναγωνιζομένους. Έτσι και όποιος θέλει να στεφανωθεί από το Θεό, πρέπει να γυμνάζει την ψυχή του στη σωφροσύνη· όχι μόνο σε ό,τι έχει σχέση με το σώμα, αλλά και στα σχετικά με τα κέρδη και τις αρπαγές και το φθόνο και τις τροφές και τη ματαιοδοξία και τις κατηγορίες και τους θανάτους και όλα τα παρόμοια.
74. Να μην ακολουθούμε την ενάρετη και θεάρεστη διαγωγή για να μας επαινέσουν οι άνθρωποι, αλλά για τη σωτηρία της ψυχής ας προτιμήσομε την ενάρετη ζωή. Γιατί κάθε ημέρα ο θάνατος είναι μπροστά στα μάτια μας και τα ανθρώπινα είναι αβέβαια και σκοτεινά.
75. Στην εξουσία μας είναι να ζήσομε με σωφροσύνη· το να γίνομε όμως πλούσιοι δεν είναι στην εξουσία μας. Τι λοιπόν; Πρέπει να καταδικάσομε την ψυχή μας για χάρη μιας λιγόκαιρης φαντασίας του πλούτου που δεν είναι στην εξουσία μας να αποκτήσομε; Και να είναι ο πλούτος το μόνο που επιθυμούμε; Πόσο ανόητα τρέχομε χωρίς να γνωρίζομε ότι πρώτη από όλες τις αρετές είναι η ταπεινοφροσύνη, όπως και πρώτο από όλα τα πάθη είναι η γαστριμαργία και η επιθυμία των υλικών πραγμάτων!
76. Πρέπει να έχομε υπόψη ακατάπαυστα οι φρόνιμοι άνθρωποι ότι με το να υποφέρομε μικρούς και λιγόκαιρους κόπους στη ζωή, πολύ μεγάλη χαρά και ευχαρίστηση απολαμβάνομε μετά το θάνατο. Γι’ αυτό εκείνος που πολεμά κατά των παθών του και θέλει να στεφανωθεί από το Θεό, αν πέσει σε αμαρτία, ας μη χάσει το θάρρος του και μείνει στην πτώση του απελπισμένος, αλλά να σηκωθεί και ν’ αρχίσει πάλι να αγωνίζεται και να φροντίσει να στεφανωθεί. Και αν ξαναπέσει, πρέπει μέχρι την τελευταία αναπνοή να σηκώνεται. Γιατί οι σωματικοί κόποι είναι όπλα και μέσα για ν’ αποκτήσομε τις αρετές και σώζουν την ψυχή.

Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου Λόγος Ογδοηκοστός Α.



Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου Λόγος Ογδοηκοστός Α.
ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ
ΛΟΓΟΣ ΟΓΔΟΗΚΟΣΤΟΣ A.
 (Απόσπασμα)

α. Περί Πνευματικής εργασίας
β. Ποία ήτον η εργασία των παλαιών Αγίων.
γ. Και πως δυνάμεθα και ημείς να κατορθώσωμεν αυτήν.

Επειδή μερικοί άνθρωποι έχουν μεγάλην υπόληψιν δια τον εαυτόν τους, (όπου άμποτε να μην την είχαν) και νομί­ζουν πως είναι παρόμοιοι με τους παλαιούς Αγίους και θεοφόρους Πατέρας ημών κατά την γνώσιν, και πράξιν και τελειότητα, και πως έ­χουν την ιδίαν χάριν του Αγίου Πνεύματος ό­που είχαν και εκείνοι, και συσταίνουν τον εαυ­τόν τους με λόγια μοναχά χωρίς έργα, με το να επλανήθησαν από το πνεύμα της οιήσεως και της κενοδοξίας· έκρινα εύλογον να ειπώ εις αυτούς ολίγα τινά με απλότητα, δια την εντολήν του Θεού όπου είπε, και συ στραφείς, διόρθωσαι τους αδελφούς σου, και δια την κοινήν αγάπην όπου μας προστάζει ό Χριστός να έχωμεν προς τους πλησίον μας. Θέλεις, αδελφέ, να ακούσης τι έκαμναν οι Άγιοι, και θεοφόροι Πατέρες ημών, όταν εκάθηντο μέσα εις τα κελλειά τους ; διάβασε τους βίους τους, και μά­θε συ πρώτον την σωματικήν τους εργασίαν, και τότε θέλει σου φανερώσω και εγώ την Πνευματικήν εργασίαν όπου έκαμναν˙ διατί εκείνοι όπου έγραψαν τους βίους των, εφανέρωσαν τα σωματικά έργα τους, ήγουν την ακτημοσύνην, την νηστείαν, την εγκράτειαν, την υπομονήν, και τα λοιπά, δια να μη τα λέγω όλα, και μα­κρύνω τον λόγον˙ την δε Πνευματικήν τους ερ­γασίαν την εφανέρωσαν, δια μέσου των σωμα­τικών τους έργων ολίγον τι, και ωσάν μέσα εις καθρέπτην, δια να γνωρίσουν, και να μά­θουν τα Πνευματικά τους χαρίσματα, και να μεθέξουν από αυτά εκείνοι μόνον όπου δείχνουν τους κόπους, και την πίστιν εκείνων με αυτά τα έργα, και αγωνίζονται ωσάν εκείνους˙ οι δε λοιποί όπου δεν κάμνουν τους αγώνας εκείνων, να μην ακούσουν τίποτε δια τα Πνευματικά τους έργα. Όμως επειδή εκαταντήσαμεν εις τόσην μωρίαν, ώστε να νομίζωμεν, πως έχομεν και ημείς την ομοίαν χάριν του Πνεύματος όπου είχαν οι παλαιοί, χωρίς να κάμωμεν τα έργα όπου έκαμαν εκείνοι˙ ας εξετάσωμεν την υπόθεσιν, και άφ' ου πληροφορηθούμεν από τα μαρ­τυρημένα πράγματα, ας αγωνισθούμεν πλέον δια να ακολουθήσωμεν εκείνους, και εάν δεν δυνηθούμεν να τους φθάσωμεν.
 β. Λοιπόν τι έκαμεν ο μέγας Αντώνιος, ό­ταν εκάθητο μέσα εις το μνήμα ; και με όλον όπου δεν ίξευρεν ακόμι παντελώς Πνευματικήν εργασίαν; δεν εκλείσθη μέσα εις το μνήμα, ωσάν νεκρός, και δεν είχε μαζή του κανένα από τα πράγματα του κόσμου, ούτε εφρόντιζε δια τον εαυτόν του τελείως ; δεν ενεκρώθη όλος διό­λου από τον κόσμον, και εκείττετο μέσα εις το μνήμα, ωσάν νεκρός, και εζητούσε τον Θεόν ό­που δύναται να του δώση ζωήν, και να τον αναστήση; δεν ευχαριστείτο εις ψωμί και νερόν μοναχά ; δεν έπαθε πολλά κακά από τους δαί­μονας, και εκείττετο μισαποθαμμένος από τον πολύν δαρμόν ; δεν τον έφεραν εις την εκκλησίαν ασυκωτόν, ως νεκρόν, και πάλιν άφ' ου ήλθεν εις τον εαυτόν του δεν εγύρισεν οπίσω, και επήγεν εις τους εχθρούς του μοναχός του; Ότι ανίσως δεν εγύριζεν εις τους εχθρούς του, αλλά έμενεν εις τον κόσμον, και ανίσως δεν υπέμενε μέχρι τέλους, δίδωντας τον εαυτόν του εις θάνατον με όλην του την προθυμίαν, και προαίρεσιν, δεν ήθελε αξιωθή να ιδή την πολυπόθητον όψιν του Δεσπότου Χριστού, ουδέ ήθελε ακούση την γλυκυτάτην του φωνήν˙ αμή επειδή εζήτησεν   ολοψύχως,   έκρουσε  προθύμως, υπέμεινε μέχρι τέλους, δια τούτο έλαβε και  τον μισθόν άξιον της υπομονής του. Ότι, ως είπαμεν, απέθανε τη προαιρέσει δια την αγάπην του Χριστού, και εκείττετο ωσάν  νεκρός, έως όπου ήλθεν ο Χριστός όπου ζωογονεί τους νεκρούς, και τον ανέστησεν από τον άδην, ήγουν από τo ψυχικόν σκότος, και τον έφερεν εις το θαυμα­στόν φως του προσώπου του· το οποίον βλέπωντάς το ο Αντώνιος, ελευθερώθη από όλα τα λυ­πηρά, και εχάρη πολλά, και έλεγε, Κύριε που ήσουν έως τώρα; και με αυτό  όπου είπε, που ήσουν Κύριε, εφανέρωσε, πως δεν ίξευρε που ήτον ο Κύριος˙ και  πάλιν με εκείνο όπου είπεν έως τώρα, εφανέρωσε, πως  είδε, και   αισθάνθη, και εγνώρισε την παρουσίαν του Δεσπότου Χριστού. Ανίσως λοιπόν ημείς δεν θέλωμεν να αρνηθούμεν τον κόσμον τοιούτης λογής, ουδέ προαιρούμεθα να υπομείνωμεν παρόμοια με τον Άγιον Αντώνιον, πως είναι δυνατόν να αξιωθούμεν να ιδούμεν τον Θεόν με την χάριν του Α­γίου Πνεύματος, και  να γεμίσωμεν από χαράν Πνευματικήν, ωσάν και εκείνον;