Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

Λαϊκοί ασκητές Αγίου Όρους

Ο γέρο-Ιωακείμ, από την Βατοπεδινή Καλύβη της Αναλήψεως πλησίον των Καρυών, ήταν από τους παλαιότερους Αγιορείτες. Πλησίασε τα 100 και έζησε πάνω από 70 χρόνια στο Άγιον Όρος.Διηγήθηκε ότι
όταν ήταν νέος μοναχός, εγνώρισε ένα λαϊκό ασκητή, που ασκήτευε απέναντι από την αρχαία Μονή του Αλυπίου, σε μία σπηλιά, κοντά στο λεγόμενο Κελλί του Πατριάρχου.
Η σπηλιά ήταν σχηματισμένη από μια πέτρα που προεξείχε σαν οροφή και στην άκρη της προεξοχής είχε κτισμένο ένα τοιχάκι από ξηρολιθιά. Όσες φορές τον επεσκέπτετο, μόνον η θέα του προξενούσε μεγάλη κατάνυξη.
Ο λαϊκός αυτός ασκητής ήταν σπουδαίος αγωνιστής. Έτρωγε κάθε δέκα μέρες και αγωνιζόταν να μιμηθή τον όσιο Μάξιμο τον Καυσοκαλυβίτη, τον όποιο είχε σε μεγάλη ευλάβεια.
Μέσα στο σπήλαιο είχε μόνο ένα Σταυρό, δυό μικρές εικόνες και δυό δίποδα, πάνω στα οποία είχε βάλει ο ασκητής δυό σανίδες∙ έτσι είχε κάνει το ασκητικό του κρεββάτι.
*****
Παλαιά στην Ι. Μονή Φιλόθεου έζησε ένας λαϊκός εργάτης που το όνομα του δεν διασώθηκε. Αφού εκοιμήθη και τον έθαψαν, μετά από χρόνια του έκαναν ανακομιδή και τα οστά του ευωδίαζαν.
Εξεπλάγησαν, απορούσαν και προσπαθούσαν να εξηγήσουν για ποιό λόγο ο Θεός τίμησε με ευωδία τα οστά του λαϊκού.
Εκείνο που διαπίστωσαν ήταν ότι κανείς δεν είχε το παραμικρό παράπονο απ’ αυτόν. Ποτέ κανέναν δεν είχε κατακρίνει και στενοχωρήσει. Ήταν ευλαβής, φιλήσυχος και είχε κρυφή εσωτερική εργασία. 
Στο διάλειμμα που έκαναν οι άλλοι εργάτες για να ξεκουρασθούν, αυτός πήγαινε λίγο απόμερα και καθόταν κάτω από μια ελιά, διάβαζε το Ευαγγέλιο και έκλαιγε.

Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

Ιωάννης Ε. Θεοδωρόπουλος - Καθηγητής Παιδαγωγικής Ησυχαστής: η ύπαρξη που ζει την ολότητα τού Είναι

[Προηγούμενη δημοσίευση: http://www.pemptousia.gr/?p=84731]
Σύμφωνα με τα όσα ειπώθηκαν στο Συμπόσιο,  ο άνθρωπος διαπιστώνει την τραγική του αστοχία να πετύχει μια ψυχοσωματική κοινωνία με το Θεό(«Θεός ανθρώπω ου μίγνυται»). Με το άκτιστο κάλλος του ησυχαστή αποκαθίσταται αυτή η κοινωνία (ό.π.α.,209). Το σημαντικό όμως είναι ότι καθένας μπορεί, όχι μόνον ο ησυχαστής, να αντλήσει  άκτιστο κάλλος συμμετέχοντας στα Μυστήρια της Εκκλησίας, παίρνοντας  έτσι το ζωοποιό κάλλος της αφθαρσίας.
Η «ά-σκοπη» επιθυμία, η χωρίς αντικείμενο, δεν καθιστά τον ησυχαστή ευνουχισμένο ον. Αδυνατεί ο «κλασικός» ψυχαναλυτής να αντιληφθεί πόσο λάθος κάνει με το να συγχέει αυτή την επιθυμία με απώθηση της σεξουαλικότητας. Άσκοπη δεν σημαίνει α-νόητη, αλλά ότι δεν έχει κάποιο άλλο σκοπό-αντικείμενο πόθου, παρά την ολότητά του Είναι (εφίεμαι της πλήρους οντότητάς μου(ό.π.α.,37). Ούτε επίσης σημαίνει ά-σχετη, ήτοι ακοινώνητη. Απεναντίας, πραγματώνεσαι, όπως είπαμε, μέσα από τον καημό του Άλλου. Ο ησυχαστής είναι τύπος αυτής της κοινωνικότητας, φέρει μέσα του τον Άλλο σταυρικά. Είναι τύπος ασύλληπτης για το σημερινό πολιτισμό μας αντίληψης κοινωνικής. Γιατί υπόσταση(τουτέστι ύπαρξη) σημαίνει εδώ καθολικότητα(π.Λουδοβίκος 2006,72),να δύνασαι να «θάλπεις» μέσα σου το Όλον(ό.π.α.). Αυτό όμως είναι απόσταγμα  μακαρίου κάλλους.
Πηγή: iconandlight.wordpress.com
Πηγή: iconandlight.wordpress.com
Ο ησυχαστής δεν επιβεβαιώνεται με κάποιου είδους εσωστρέφεια ή ατομική θέα του Θεού, αλλά μόνο στο βαθμό που ανοίγεται ταυτόχρονα προς τους άλλους και τους αναπαύει(ό.π.α.77). Επείγεται γι’ αυτόν το λόγο να οδηγήσει τους υποτακτικούς του στην υπακοή, όχι για να επιβεβαιώσει τη δύναμή του ή την ανωτερότητά του, αφού έχει απεκδυθεί κάθε βούληση για δύναμη. Θέλει να ανοίξει δρόμο στην «αιμάτινη αλήθεια», στην εσχατολογική πληρότητα,  να ανοιχθεί στην αλήθεια του Είναι και στην καθολικότητα (ό.π.α.,111). Καμιά φιλοσοφία δεν είδε αυτό το δρόμο του υποκειμένου προς τον εαυτό του και προς τους άλλους, δηλ., όπως προείπαμε, το δρόμο «της σταυρικής διαδικασίας ενεργητικής δεξίωσης του άλλου»(ό.π.α.,98) στον αντίποδα του βάναυσου ομαδισμού(ό.π.α.,102). Για τον ησυχαστή η ακοινωνησία είναι κόλαση.
Με την κοινωνία αυτή το άκτιστο κάλλος αναβλύζει από την εσωτερικότητα του ησυχαστή και διαχέεται σε όλους. Αυτή η μη δυτική νοο-τροπία, του άσκοπου και κοινωνικού, που κυριαρχεί στο βίο του Γέροντα Ιωσήφ, χωρίς να έχει ο ίδιος αποκτήσει συστηματική σπουδή θεολογική, ή κάποια εμπειρία του δυτικού τρόπου βίου, δεν διακατέχεται από εχθρότητα προς τη δυτική Ευρώπη, ακόμα και στις πιο υπερβολικές εκτιμήσεις, που μάλλον οφείλονται σε ελλιπή πληροφόρηση (αρχ.Εφραίμ ό.π.α.,145).
Ο ησυχαστής δεν είναι βουδιστής μοναχός με μηδενισμένες επιθυμίες και στόχο τη νιρβάνα, αλλά ούτε είναι και στωϊκός φιλόσοφος. Ζώντας στην κατεύθυνση της πληρότητας δεν μερικεύει, δεν πετάει τίποτα (δες: αρχ. Εφραίμ ό.π.α.,), και όντας ενσώματος, δεν σπαταλά τίποτα από την οντολογική του υπόσταση. Μεταβάλλει όμως τα πάντα, τον τρόπο που αγαπά, που τρώει, που θυμώνει, που κοιμάται, που σιωπά κ.ο.κ. (π.Λουδοβίκος 2003,38). Μεταβάλλει «τον τρόπο του φυσικού θελήματος»(άγιος Μάξιμος) και από φίλαυτος γίνεται φιλόθεος και φιλάδελφος (π.Λουδοβίκος 2006,97).
Τύπος, πλέον, προσωπικός και υπαρξιακός όχι μόνο για τον μοναχό, αλλά για τον καθέναν από εμάς. Φωτοφόρος, λαμπροφόρος, πύρινος! Γιατί «πάσχοντας» αντλεί με μια υπεροχή όρασης κάλλος απευθείας από το μακάριο. Μας διαφωτίζει επ’ αυτού ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «το υπέρ είναι δι΄ αυτής της οράσεως πάσχοντες, τρόπον τινά, την αφαίρεσιν και μη διανούμενοι αυτήν(ό.π.α.39). Πάσχοντες αντλούμε με πνευματική όραση από το άκτιστο κάλλος το μερίδιο που μας αναλογεί. Γιατί μετέχουμε του Ομοουσίου, με το «υπέρ όρασιν γιγνώσκειν» και γνωρίζουμε  τον Ενεργούντα αυτή την  θεοποιό όραση(ό.π.α.,40). Μετέχουμε  όντας ενιαίο Τι, αμέριστοι, εν εναντία περιπτώσει διαλύουμε την ύπαρξή μας: «Σκέψου να βάλω εσένα κάτω από έναν φακό και να βλέπω διαλελυμένο το είναι σου. Χάνεται η ομορφιά σου και η αξία σου. Θα βλέπω κύτταρα, αίματα, νευρικές ίνες. Δεν θα είσαι το πρόσωπο που στέκεται τώρα μπροστά μου…» (αρχ.Αιμιλιανός ό.π.α.,24).
O ησυχαστής  φθάνει στη θέα του Θεού, όπως ακριβώς την περιέγραψε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: με το σώμα, εντός του οποίου εργάζεται ο νους, αλλά με το σώμα  που φέρει «ενσημαινομένας πνευματικάς διαθέσεις»(του αυτού 2006,48), τουτέστι η θέα του Θεού δεν είναι αφαίρεση του υλικού μέρους του ανθρώπου, αφού ψυχή και σώμα «αμφότερα συνδιαιωνίζουσι θεώμενα» τον Θεό, δεν «νεκρούσι το παθητικό…κατακλείοντες αργόν και ακίνητον εαυτοίς». Η άνοδος στον Θεό  γίνεται «μετά παντός είδους κτίσεως»(ό.π.α.)
Ό, τι ισχύει κατά τον άγιο Μάξιμο για το αγαθό (έννοια που ασφαλώς παραπέμπει στην πλατωνική ιδέα του αγαθού, αλλά για έναν κολοσσιαίο άγιο, όπως είναι ο Μάξιμος, δεν έχει καμία σχέση με πλατωνικές ιδέες, παρά μόνο με τον ζώντα Χριστό,), ισχύει και για το μακάριο κάλλος. Είναι κάλλος θεόδοτο, διαυγές, προερχόμενο από την μεταμορφωτική κοινωνία με το Θεό, που κοινωνείται  με όλες τις αισθήσεις, βλέπεται και ακούγεται, γλυκαίνει τη γεύση, ευωδιάζει τη μύτη, γνωρίζεται, λαλεί (ό.π.α.,61), που μετουσιώνει τον άνθρωπο σε πανάνθρωπο. Τον άνθρωπο που δεν είναι απλώς άθροισμα σώματος και ψυχής, αλλά κάτι πέραν αυτών. Εδώ αρχίζει η μεγάλη όντως διαφορά από την φιλοσοφική ανθρωπολογία π.χ. του Plessner ή την ψυχανάλυση των φροϋντ και Λακάν: μέσα σε αυτό το ψυχοσωματικό ον υπάρχει ο τόπος του Όλου, ο άνθρωπος είναι  δεκτικός του όλου κτιστού κόσμου(ό.π.α.,41).

Η διάθεση της αγάπης




Όποιος αγαπάει το Θεό, δεν είναι δυνατό να μην αγαπήσει και κάθε άνθρωπο σαν τον εαυτό του. Και όσους ακόμα είναι υπόδουλοι στα πάθη τους, κι αυτούς τους αγαπάει σαν τον εαυτό του, και χαίρεται με αμέτρητη και ανείπωτη χαρά, όταν τους βλέπει να διορθώνονται.

«Όποιος με αγαπάει», λέει ο Κύριος, «θα τηρήσει τις εντολές μου» (Ιω. 14, 23). «Και η δική μου εντολή είναι να αγαπάτε ο ένας τον άλλο» (Ιω. 15,12).
Εκείνος λοιπόν που δεν αγαπάει τον πλησίον του, αθετεί την εντολή του Κυρίου.
Και όποιος αθετεί την εντολή του Κυρίου, ούτε τον Κύριο είναι δυνατό ν' αγαπήσει.

Σε όλες μας τις πράξεις ο Θεός εξετάζει το σκοπό για τον οποίο τις εκτελούμε, αν δηλαδή τις κάνουμε γι' Αυτόν ή για κάτι άλλο. Όταν λοιπόν θέλουμε να κάνουμε ένα καλό, ας μην έχουμε σκοπό ν' αρέσουμε στους ανθρώπους, αλλά μόνο στο Θεό. Σ' Αυτόν ν' αποβλέπουμε και όλα να τα κάνουμε για τη δική του δόξα. Διαφορετικά, θα κουραζόμαστε χωρίς να κερδίζουμε τίποτα.

Έργο αγάπης είναι η ολόψυχη ευεργεσία προς τον πλησίον μας, η μακροθυμία και η υπομονή που δείχνουμε απέναντί του, καθώς επίσης και η φρόνιμη και συνετή χρησιμοποίηση των πραγμάτων.

Η διάθεση της αγάπης δεν φανερώνεται μόνο με την παροχή χρημάτων, αλλά πολύ περισσότερο με τη μετάδοση πνευματικού λόγου και με τη σωματική διακονία.

Άγιος Μάξιμος Ομολογητής

Όταν φύγω από αυτή τη ζωή, τότε, όταν με ζητάτε, θα είμαι αμέσως κοντά σας. Αγιος Πορφύριος

 


thiv56_v0257.jpg

Μερικές  αναφορές  από την πλούσια πνευματική του παρακαταθήκη σε μας:


«Ο Χριστός είναι το παν. Αγαπήστε το Χριστό και μηδέν προτιμήστε της αγάπης αυτού».

« Ο Χριστός είναι η αγάπη μας, αυτός είναι ο έρωτάς μας. Ο έρωτας προς το Χριστό δεν έχει τέλος, δεν έχει χορτασμό. Οι άλλες αγάπες έχουν κορεσμό».

« Δώσου εξ ολοκλήρου στο Χριστό, με ένθερμο έρωτα, με λαχτάρα».

« Τίποτε στη ζωή μας δεν είναι τυχαίο. Ο Θεός φροντίζει ακόμη και για τις πιο μικρές λεπτομέρειες της ζωής μας. Μας αγαπά πολύ, μας έχει στο νου του κάθε στιγμή και μας προστατεύει. Πρέπει να το καταλάβουμε αυτό και να μη φοβόμαστε τίποτε».

« Η υπακοή κάνει θαύματα».

« Δεν θέλω με το φόβο του θανάτου να πλησιάσεις το Θεό. Θέλω με την πολλή αγάπη προς αυτόν να το κάνεις. Αυτό είναι το ανώτερο, παιδί μου».

«Αυτά που θέλετε να πείτε στα παιδιά σας, να τα λέτε με την προσευχή σας. Τα παιδιά δεν ακούν με τα αφτιά. Μόνον όταν έρχεται η Χάρις που τα φωτίζει, τότε ακούνε αυτά που θέλουμε να τους πούμε».
«Συν Χριστώ πανταχού φόβος ουδαμού».

«Αν τα χαλάσω με τον επίσκοπο, αν ο επίσκοπος είναι θυμωμένος μαζί μου, η προσευχή μου δεν ανεβαίνει στον ουρανό».

« Η μετάβαση στην άλλη ζωή γίνεται όπως όταν ανοίγεις μια πόρτα και βρίσκεσαι σε διπλανό χώρο. Δεν πρέπει να μας τρομάζει ο θάνατος».

« Ο Θεός σέβεται το θέλημά μας. Ό,τι κάνεις να το κάνεις επειδή το θέλεις, ελεύθερα, υπεύθυνα και με ευχαρίστηση».

«Να εξομολογείσαι τακτικά και καλά, γιατί και Πατριάρχης να είσαι, αν δεν εξομολογείσαι, δε σώζεσαι».

« Αν πρόκειται να ζήσεις μέσα στον κόσμο, να ακολουθείς το ημερολόγιο που έχει η εκκλησία, για να μη φέρνεις αναστάτωση στον κόσμο, εκτός και επιθυμείς να ζήσεις στο Άγιον Όρος».

« Ο τελειότερος τρόπος προσευχής είναι ο σιωπηλός».

« Φοβάμαι μην πάω στην κόλαση από την πολλή ';οικονομία';';».

« Πιο πολύ θα προσεύχεσθε για τους άλλους παρά για τον εαυτό σας. Όλοι είμαστε παιδιά του ίδιου Πατέρα, είμαστε όλοι ένα. Για αυτό όταν προσευχόμαστε για τους άλλους λέμε «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» και όχι «ελέησέ τους». Τους κάνουμε έτσι ένα με τον εαυτό μας».

« Η ελευθερία δεν κερδίζεται, αν δεν ελευθερώσομε το εσωτερικό μας απ'; τα μπερδέματα και τα πάθη. Και αυτό βέβαια μόνο συν Χριστώ γίνεται. Στον Χριστό είναι η χαρά. Και ο κόσμος σήμερα αυτό ζητάει και παίρνει τα δηλητήρια και τα ναρκωτικά, για να έλθει σε κόσμους χαράς, αλλά ψεύτικης χαράς».

« Όλα τα προβλήματά μας, τα υλικά, τα σωματικά, τα πάντα, να τα αναθέτουμε στο Θεό».

«Κανείς δεν πρέπει να θέλει να σωθεί μόνος του, χωρίς να σωθούν και οι άλλοι. Είναι λάθος να προσεύχεται κανείς για τον εαυτό του, για να σωθεί ο ίδιος. Είμαστε ένα ακόμη και με τους ανθρώπους που δεν είναι κοντά στην εκκλησία. Να κάνουμε προσευχή ο Θεός να τους φωτίσει και να τους αλλάξει».

« Προτιμώ να πλανώμαι μέσα στην Εκκλησία παρά να φύγω από την Εκκλησία».

« Δεν θα ήθελα να σωθώ μόνος μου δίχως την Εκκλησία και δεν θα εγκατέλειπα το πλοίο της Εκκλησίας, γιατί έπαθε ρωγμή ή γιατί κινδυνεύει».

«Για να διατηρήσουμε την ενότητά μας, θα πρέπει να κάνουμε υπακοή στην Εκκλησία, στους επισκόπους της. Υπακούοντας στην Εκκλησία, υπακούομε στον ίδιο το Χριστό. Να πονάμε για την Εκκλησία. Να μη δεχόμαστε να κατακρίνουν τους αντιπροσώπους της. Στο Άγιο Όρος το πνεύμα που έμαθα ήταν ορθόδοξο, βαθύ, άγιο, σιωπηλό, χωρίς έριδες, χωρίς καυγάδες και κατακρίσεις. Να μην πιστεύουμε τους ιεροκατηγόρους. Και με τα μάτια μας να δούμε κάτι αρνητικό να γίνεται από κάποιον ιερωμένο, να μην το πιστεύομε, ούτε να το σκεπτόμαστε, ούτε να το μεταφέρουμε. Το ίδιο ισχύει και για τα λαϊκά μέλη της εκκλησίας και για κάθε άνθρωπο. Όλοι είμαστε Εκκλησία. Όσοι κατηγορούν την Εκκλησία για τα λάθη των εκπροσώπων της, με σκοπό δήθεν να βοηθήσουν για τη διόρθωση, κάνουν μεγάλο λάθος. Αυτοί δεν αγαπούν την Εκκλησία. Ούτε βέβαια το Χριστό. Τότε αγαπάμε την Εκκλησία, όταν με την προσευχή μας αγκαλιάζομε κάθε μέλος της και κάνομε ό,τι κάνει ο Χριστός. Θυσιαζόμαστε, αγρυπνούμε, κάνομε το παν, όπως εκείνος, ο οποίος «λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει» (Α'; Πέτρ. 2,23) [εκ του βιβλίου Βίος και Λόγοι Γέροντος Πορφυρίου, εκδ. Ιεράς Μονής Χρυσοπηγής, Χανιά 2007].


«Όταν φύγω από αυτή τη ζωή, τότε, όταν με ζητάτε, θα είμαι αμέσως κοντά σας».

Μαχητής του Χριστού ή μαχητής του πειρασμού;


150534_1355433144702_1797672678_712338_7139528_n.jpg
Είπα σε κάποιον μια φορά: «Τι είσαι εσύ; Μαχητής του Χριστού ή μαχητής του πειρασμού; Ξέρεις πως υπάρχουν και μαχητές του πειρασμού;»
.
Ο Χριστιανός δεν πρέπει να είναι φανατικός, αλλά να έχει αγάπη για όλους τους ανθρώπους. Όποιος πετάει λόγια αδιάκριτα, και σωστά να είναι, κάνει κακό. Γνώρισα έναν συγγραφέα που είχε ευλάβεια πολλή, άλλα μιλούσε στους κοσμικούς με μια γλώσσα ωμή, που προχωρούσε όμως σε βάθος, και τους τράνταζε.
Μια φορά μου λέει: «Σε μια συγκέντρωση είπα αυτό και αυτό σε μια κυρία». Αλλά με τον τρόπο που της το είπε, την είχε σακατέψει. Την πρόσβαλε μπροστά σε όλους. «Κοίταξε, του λέω, εσύ πετάς στους άλλους χρυσά στεφάνια με διαμαντόπετρες, έτσι όμως που τα πετάς, σακατεύεις κεφάλια, όχι μόνον ευαίσθητα άλλα και γερά».
Ας μην πετροβολάμε τους ανθρώπους... χριστιανικά. Όποιος ελέγχει μπροστά σε άλλους κάποιον που αμάρτησε ή μιλάει με εμπάθεια για κάποιο πρόσωπο, αυτός δεν κινείται από το Πνεύμα του Θεού· κινείται από άλλο πνεύμα.

Ο τρόπος της Εκκλησίας είναι η αγάπη· διαφέρει από τον τρόπο των νομικών.
Η Εκκλησία βλέπει τα πάντα με μακροθυμία και κοιτάζει να βοηθήσει τον καθέναν, ό,τι και αν έχη κάνει, όσο αμαρτωλός και αν είναι.


Βλέπω σε μερικούς ευλαβείς ένα είδος παράξενης λογικής. Καλή είναι η ευλάβεια που έχουν, καλή και η διάθεση για το καλό, άλλα χρειάζεται και η πνευματική διάκριση και ευρύτητα, για να μη συνοδεύει την ευλάβεια η στενοκεφαλιά, η γεροκεφαλιά (το γερό δηλαδή αρβανίτικο κεφάλι).

Όλη η βάση είναι να έχει κανείς πνευματική κατάσταση, για να έχει την πνευματική διάκριση, γιατί αλλιώς μένει στο «γράμμα του νόμου», και το «γράμμα του νόμου αποχτείνει». Αυτός που έχει ταπείνωση, δεν κάνει ποτέ τον δάσκαλο· ακούει και, όταν του ζητηθεί η γνώμη του, μιλάει ταπεινά. Ποτέ δεν λέει «εγώ», αλλά «ο λογισμός μου λέει» ή «οι Πατέρες είπαν». Μιλάει δηλαδή σαν μαθητής. Όποιος νομίζει ότι είναι Ικανός να διορθώνει τους άλλους έχει πολύ εγωισμό.
 
γέροντας Παίσιος

Ο π. Σεραφείμ Ρόουζ, ένας Ινδιάνος & ο «άνθρωπος πουλί»...





ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Προτού να έρθουν οι λευκοί άποικοι, αμερικάνικες ινδιάνικες φυλές κατοικούσαν στην περιοχή, της Πλατίνας αλλά τον 19ο αιώνα οι περισσότεροι εκδιώχθηκαν. Τον 1852 μια ολόκληρη κατασκήνωση, κάπου εκατό Ινδιάνοι της φυλής Γουίντου -άνδρες, γυναίκες και παιδιά- θανατώθηκαν με άσπλαχνο τρόπο στην τοποθεσία «Φυσική Γέφυρα», περίπου δεκαπέντε χιλιόμετρα από τη σκήτη.

Την 1η Απριλίου του 1971, ο Ευγένιος (μετέπειτα π. Σεραφείμ) συνάντησε έναν απόγονο από αυτούς τους πρώτους κατοίκους της περιοχής. Ο Γκλέμπ γράφει: «Κάποτε, όταν είχαμε μεγάλη ανάγκη να επεκτείνουμε τον τυπογραφείο μας προκειμένου να διαδώσουμε τον λόγο του Θεού στους γείτονές μας, ο Ευγένιος πήγε στην πόλη για να αγοράσει ξυλεία. Στην επιστροφή, μεταφέροντας τον φορτίο με την ξυλεία, σταμάτησε στην Πλατίνα για να παραλάβει την αλληλογραφία. 


73511.b
Ευγένιος Ρόουζ, από εδώ.
 
Στο γκισέ του ταχυδρομείου καθόταν ένας ψηλός άνδρας πού φαινόταν έξυπνος, γύρω στα σαράντα, με ασιατικά χαρακτηριστικά. Μιλούσε αργά και σταθερά, με κάποια λεπτότητα, και ρώτησε χωρίς να κοιτάζει τον Ευγένιο: "Τι κάνετε με όλη αυτή την ξυλεία που έχετε στο φορτηγάκι έξω;". Ό Ευγένιος απάντησε πώς τη μετέφερε για τον χτίσιμο ενός παρεκκλησίου. "Αυτή η γη ανήκει σε μας, τους Ινδιάνους", είπε ό άνδρας, "και θα κάνω οτιδήποτε χρειαστεί για να σας σταματήσω".

Τότε ο Ευγένιος του είπε: "Χτίζουμε το σπίτι του Θεού, του Οποίου είμαστε παιδιά". 


Ο άνδρας κατανόησε τον σκοπό και άλλαξε τον τόνο της φωνής του. "Λοιπόν, ελπίζω να προχωρήσει", είπε. "Αλλά δεν μ' αρέσει ότι γίνεται εδώ γύρω".

"Είσαι απόγονος των κατοίκων που ζούσαν εδώ;", ρώτησε ο Ευγένιος. "Ναι".

"Από ποια φυλή είσαι;".

"Γουίντου".

"Κατοικούσε η φυλή σου σε αυτή την περιοχή;".

"Ναι, παντού".

Επιστρέφοντας πίσω στον λόφο της σκήτης, ό Ευγένιος συνδύασε τα δεδομένα αυτής της συνάντησης και σκέφτηκε πως ίσως προμηνύονται στενοχώριες. Μετά όμως χαμογέλασε και είπε: "Πάντως εργαζόμαστε προς όφελος των ντόπιων Ινδιάνων".

 
Πράγματι, η αλήθεια της Ορθοδοξίας, την οποία είχε μεταφέρει ο άγιος Γερμανός στους ιθαγενείς της Αμερικής στην Αλάσκα, έπρεπε να αποκαλυφθεί και στους γηγενείς Αμερικανούς των δυτικών περιοχών. Ο Ευγένιος συχνά επεσήμαινε την ανάγκη να κάνουμε γνωστή την αρχέγονη Ορθοδοξίας στους γείτονές μας, πάντοτε ενθυμούμενος τη συνάντησή του με τον εκπρόσωπο εκείνης της ευγενούς φυλής».

Ένα από τα πιο αγαπημένα βιβλία του Ευγένιου ήταν το Ο Ισι σε δυο κόσμους: Η βιογραφία του τελευταίου αγρών Ινδιάνου στη Βόρεια Αμερική. Ο Ισι ήταν ο μόνος που επέζησε από τη φυλή Γιαχί, που κατοικούσε στην περιοχή του λόφου που βρισκόταν κάτι λιγότερο από ογδόντα μίλια ανατολικά της Πλατίνα, κοντά στο βουνό Λάσσεν. Ο Ευγένιος συχνά μιλούσε σχετικά με τον Ισι και αργότερα επρόκειτο να θέσει ως απαραίτητη προϋπόθεση την ανάγνωση του βιβλίου για κάθε δόκιμο που ερχόταν στην σκήτη. Η απλότητα του Ισι και η εγγύτητά του με τη φύση, ίσως του θύμιζε τον Λάο Τσέ στην αρχαία Κίνα. Σύμφωνα με τα λόγια του καλύτερου φίλου του Ισι στα μετέπειτα χρόνια, του δρ. Σάξτον Πόπ: «Η ψυχή του Ισι ήταν αυτή ενός παιδιού, τον μυαλό του, όμως, αυτό ενός φιλοσόφου».

Ο Ευγένιος συχνά σκάλιζε το έδαφος για να βρει κάποια αιχμή βέλους και οτιδήποτε άλλο από τους γηγενείς κατοίκους της περιοχής. Η σκέψη ότι ζούσε σε παρθένο έδαφος, σε ένα λόφο ο όποιος δύσκολα είχε γνωρίσει την παρουσία των λευκών, πάντα τον γυρνούσε πίσω στους Ινδιάνους.


Ο Ευγένιος είχε επίσης μεγάλη περιέργεια να γνωρίσει ένα λευκό για τον όποιο είχε ακούσει πώς για σαράντα χρόνια ζούσε μόνος του στο δάσος, αρκετά χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της σκήτης, σε ένα οροπέδιο κοντά στις εκβολές του ποταμού Ιγκλ. Σύμφωνα με τη μαρτυρία κάποιου που τον είχε συναντήσει, αυτός ο άνθρωπος είχε αναπτύξει μία γλώσσα επικοινωνίας με τα πουλιά μιμούμενος τούς ήχους τους. Τα πουλιά έρχονταν σε αυτόν και μπορούσε να περάσει αρκετή ώρα μαζί τους ανταποδίδοντάς τους τα κελαηδίσματά τους. Αυτός ποτέ δεν έφαγε κρέας. Όσοι τον επισκέπτονταν έπρεπε να είναι πολύ ήσυχοι, επειδή δεν του άρεσε ο θόρυβος. Η κατοικία του δεν είχε εύκολη πρόσβαση, ήταν όντως απομακρυσμένη από κάθε δρόμο, και όποιος ήθελε να πάει σε αυτόν χρειαζόταν οδηγό. Περισσότερο από μία φορά ο Ευγένιος προσπάθησε να ρυθμίσει τα πράγματα ώστε να πάει εκεί, αλλά ποτέ δεν το κατάφερε. Για χρόνια σκεφτόταν και μιλούσε πολλές φορές γι' αυτό τον ερημίτη, γνωστό ως «άνθρωπο-πουλί», στον όποιο έβλεπε καθαρά ένα συγγενικό πνεύμα του ησυχασμού.

Πολλά χρόνια μετά την κοιμήση του Ευγένιου η αδελφότητά του έκανε φίλους αυτόχθονες ηλικιωμένους Αμερικανούς από την γειτονική πόλη του Κόττονγουντ. Με τα χρόνια οι ηλικιωμένοι αυτοί επισκέπτονταν την σκήτη της Πλατίνας ερχόμενοι ακόμη και σε αυτή την αγρύπνια της αναστάσιμης ακολουθίας του Πάσχα.


π. Δαμασκηνού, π. Σεραφείμ Ρόουζ, Η ζωή και τα έργα του, τόμ. Β΄, Μυριόβιβλος 2007.

Το τρίπτυχο Πολιτισμός – Επιστήμες – Θρησκεία στην Πεμπτουσία




Πεμπτουσία:
Οι Έλληνες φιλόσοφοι από την Ιωνία θεωρούσαν ότι στην φύση υπάρχουν τέσσερα στοιχεία ή τέσσερις ουσίες: «η γη, το ύδωρ, το πυρ και ο αήρ». Ο Αριστοτέλης πρόσθεσε στην τετράδα αυτή «τον αιθέρα», ο οποίος θα αποτελέσει την πέμπτη ουσία ή πεμπτουσία.
Το στοιχείο αυτό παρουσιάζει, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, πολλές ιδιαιτερότητες: είναι αγέννητον, αγήρατον, άφθαρτον, αΐδιον, αναυξές και αναλλοίωτον. Επιπλέον, εντοπίζεται στα ψηλά στρώματα του ουρανού (στον «ανώτατον τόπον») όπου κατοικεί η θεότητα.
Οι Έλληνες φιλόσοφοι της ύστερης αρχαιότητας (Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς, Σιμπλίκιος και άλλοι), αλλά και οι Βυζαντινοί, όπως ο Ιωάννης ο Φιλόπονος, καθώς και πολλοί Δυτικοί ερμήνευσαν, τροποποίησαν και εμπλούτισαν την θεωρία του Αριστοτέλη.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η πέμπτη ουσία, η quinta essentia των Δυτικών, κατέληξε να σημαίνει την βασική ουσία κάθε όντος, τον πυρήνα γύρω από τον οποίο οργανώνεται η ύπαρξή του.
Το τρίπτυχο Πολιτισμός – Επιστήμες – Θρησκεία στην Πεμπτουσία
Η ικανότητα επιλύσεως διαφόρων προβλημάτων που αναφύονται στο κοινωνικό σύνολο, καθώς και η συνεχής διαδικασία προόδου των ανθρωπίνων γνώσεων, η επιστήμη και η τεχνολογία που αναπτύσσονται ανάλογα με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της εκάστοτε εποχής, η τέχνη που διακονεί το ωραίο, οι κοινωνικοί και πολιτικοί θεσμοί που οργανώνονται για την επίτευξη μεγαλύτερης συνεργασίας, είναι ο δυναμικός άξονας πάνω στον οποίο δημιουργούνται οι πολιτισμοί.
Η ύπαρξη του σύμπαντος, τα φυσικά φαινόμενα, όλη η δημουργία έκαναν τον άνθρωπο να αναζητά τον Δημιουργό. Η κίνηση του ανθρωπίνου πνεύματος προς τον Θεό δημιούργησε το φαινόμενο των θρησκειών από την στιγμή εμφανίσεως του ανθρώπου στην γη. Αργότερα, όταν ο άνθρωπος άρχισε να αισθάνεται και να κατανοεί βαθύτερες έννοιες που έχουν σχέση με τον ψυχισμό του, την συνείδηση, την αθανασία, την παιδεία, την φιλανθρωπία, την ευγένεια ήθους και σοφίας ή την βαθύτερη διαφορά των εννοιών αρετής και κακίας, φρόνησης και αφροσύνης, δειλίας και ανδρείας, δικαιοσύνης και αδικίας ήταν φυσιολογικό να δημιουργηθούν διάφορες ηθικές και κοινωνικές αξίες, που καθόριζαν το γενικότερο τρόπο ζωής στην κοινωνία των ανθρώπων ακόμη και στην τέχνη.
Οι αρχαίοι Έλληνες, αφού πλέον, διαμέσου της κοινωνικής οργανώσεως και της παιδείας είχαν ξεφύγει από την αναγκαιότητα της πείνας και της ανασφάλειας, ασχολήθηκαν με τον πολιτισμό, την τέχνη και τα γράμματα. Προσέφεραν στον πολιτισμό την έννοια της εσωτερικής πνευματικής καλλιέργειας. Η αναζήτηση της αλήθειας ως απολύτου υπαρξιακού γεγονότος ήταν πολύ έντονη στους αρχαίους Έλληνες, γι’ αυτό εξάλλου είχαν φτιάξει βωμό «τω αγνώστω Θεώ».
Η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου βρήκε πρόσφορο έδαφος πάνω στην έφεση του Έλληνα για το ωραίο, το αγαθό, την αλήθεια, το αιώνιο, ώστε να αναπτυχθεί αργότερα το μέγεθος που ονομάστηκε Ελληνορθοδοξία. Η συνάντηση Ελληνισμού και Χριστιανισμού μεγαλούργησε στην πορεία των αιώνων.
Η Ορθοδοξία μέσα στο περιβάλλον του Ελληνισμού δεν λειτούργησε ως κάποια θρησκεία ή σέκτα. Δεν ήταν κίνηση του ανθρωπίνου πνεύματος προς τον Θεό, αλλά η αποκάλυψη του αληθινού Θεού, Ιησού Χριστού, προς τον άνθρωπο. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του ελληνικού πολιτισμού ήταν ανέκαθεν η πρόσληψη του ξένου και του νέου, η αφομοίωση και η συνθετική και δημιουργική του μεταμόρφωση.
Βασική αρχή της Ορθοδοξίας είναι η αρχή του προσώπου – υποστάσεως στον Θεό και τον άνθρωπο. Ο Θεός είναι Τριάδα προσώπων – υποστάσεων με κοινή ουσία, αλλά και ξεχωριστά και μοναδικά χαρακτηριστικά. Ο άνθρωπος που εικονίζει τον Θεό είναι ξεχωριστός και μοναδικός ως πρόσωπο. Έτσι η Ορθοδοξία δεν περιθωριοποίησε τον άνθρωπο. Προσδοκεί και μπορεί να προσφέρει στο ανθρώπινο γένος την αληθινή ενότητα και παγκοσμιότητα. Δεν απορρόφησε τις εθνότητες, δεν μαζοποίησε τον άνθρωπο, αλλά συμβάλλει στην διατήρηση της ιδιαίτερης πολιτιστικής ταυτότητας κάθε εθνότητας.
Η Ορθοδοξία παρήγαγε πολιτισμό, συνέβαλε στην ανάπτυξη των τεχνών, μουσικής, ζωγραφικής, λογοτεχνίας, ποίησης, αρχιτεκτονικής κ.ά. μέσα από μία θεανθρωπική προοπτική.
Η Ορθοδοξία ευνόησε την ανάπτυξη των επιστημών, δεν ήλθε ποτέ σε διάσταση με την επιστήμη, επειδή μέσα στην Ορθόδοξη Παράδοση βιώνεται η διάκριση της κτιστής και άκτιστης γνώσεως. Οι σχολαστικοί θεολόγοι της Δύσης ανέπτυξαν ενιαία μεθοδολογία για την προσέγγιση κτιστού και ακτίστου, ενώ οι Πατέρες της Ορθοδόξου Ανατολής ακολούθησαν διπλή μεθοδολογία. Ιδιαίτερα ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς απέρριπτε την διαλεκτική μέθοδο για την θεογνωσία. Την αποδέχονταν όμως, για τις επιστήμες και την διατύπωση των δογμάτων με έννοιες που επινοεί η ίδια η διαλεκτική.
  • Οι επιστήμες έχουν ως έργο τους την γνώση της ουσίας και της λειτουργίας των όντων, ενώ η ορθόδοξη θεολογία προσφέρει στον άνθρωπο την εμπειρική γνώση του ακτίστου Θεού, του δημιουργού των όντων, την κοινωνία με τις θείες ενέργειες.
  • Οι επιστήμες ασχολούνται με το πώς, ενώ η ορθόδοξη θεολογία με το ποιός και γιατί.
  • Οι επιστήμες προσφέρουν στον άνθρωπο γνώσεις που συνεχώς αναπτύσσονται και εξελίσσονται, ενώ η ορθόδοξη θεολογία προσφέρει τον αυθεντικό τρόπο ύπαρξης του ανθρωπίνου είναι, την ένωσή του με τον Θεό, την βίωση της άκτιστης θείας Χάριτος.
Η σύγκρουση μεταξύ επιστήμης και θεολογίας έγινε στην Δύση μετά την περίοδο της Αναγέννησης (14ος αι.) και κυρίως με τον Διαφωτισμό (18ος αι.) και την ανάπτυξη των επιστημών, γιατί η δυτική χριστιανοσύνη έχασε βαθμηδόν τον εσχατολογικό προσανατολισμό, προσέλαβε εγκοσμιοκρατικό χαρακτήρα, αποκόπηκε από την ορθόδοξη παράδοση της Ανατολής και εκκοσμικεύθηκε. ΄Ετσι, οπλισμένη με εγκόσμια δύναμη κατέφυγε στην Ιερά Εξέταση, το κυνήγι των μαγισσών, τα συγχωροχάρτια, τον δια πυράς θάνατο και τις ποικίλες απαγορεύσεις στρεβλώνοντας το μήνυμα του ευαγγελίου της αγάπης. Ταυτόχρονα ήλθε σε βίαιη σύγκρουση με πολλούς επιστήμονες, οι οποίοι εν τω μεταξύ είχαν απορρίψει λόγω των παραπάνω υπερβάσεων τον δυτικό εκκλησιαστικό οργανισμό.
Η βαθιά ελληνική φιλοσοφική σκέψη, η απαράμιλλη ελληνική γλώσσα, η πολιτική ορολογία και η δημοκρατική συλλογική πρακτική όχι μόνο διασώθηκαν στην Ορθοδοξία, την αυθεντική μορφή του Χριστιανισμού, αλλά αφού εμπλουτίστηκαν και ανανοηματοδοτήθηκαν με νέα στοιχεία από την διδαχή του Χριστού, αποτέλεσαν πολύτιμα μέσα της έκφρασής της και της οργάνωσής της. Η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκευτική φιλοσοφία και διανόηση, αλλά αποκάλυψη και ζωή, που στηρίζεται στην θεία εμπειρία, στην υπέρβαση του κτιστού και την οικείωση του Ακτίστου. Η ορθόδοξη θεολογία είναι φιλοκαλική και Πατερική, είναι η θεολογία του «Ωραίου κάλλει παρά τους υιούς των ανθρώπων», είναι η θεολογία των «Πατέρων ημών».
Η ραγδαία ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας, ιδιαίτερα της βιοτεχνολογίας και της πληροφορικής στις αρχές της τρίτης χιλιετίας που ζούμε δημιουργεί ένα κλίμα αβέβαιο, διφορούμενο.
  • Οι προοπτικές των συγχρόνων επιστημών μπορούμε να πούμε ότι είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές στον χώρο της ιατρικής, της γενετικής μηχανικής, της νανοτεχνολογίας κ.ά. για την πρόβλεψη και θεραπεία πολλών έως τώρα ανιάτων ασθενειών, αλλά και για μια πιο άνετη διαβίωση του ανθρώπου.
  • Όμως από την άλλη πλευρά η αλόγιστη χρήση των τεχνολογικών αυτών επιτεύξεων απειλεί τον πλανήτη μας από μία οικολογική ή βιολογική καταστροφή.
Είναι επιτακτική ανάγκη για τους επιστήμονες να έρθουν «εις εαυτόν», να αποκτήσουν φωτισμένο νου, ώστε να υπηρετούν τον άνθρωπο και όχι ιδιοτελή συμφέροντα.
Η παραδοσιακή εποχή είναι πλέον παρελθόν. Ο ορθός λόγος, οι επιστήμες και οι πολιτικές της νεωτερικότητας παρέδωσαν την σκυτάλη στην μετανεωτερικότητα. Ο μετανεωτερικός άνθρωπος δεν κινείται πια με πρόταγμα την αγιότητα, την γνώση και την σοφία, αλλά αποδέχεται άκριτα την εικόνα και την πληροφορία, τον ευδαιμονισμό και πολλές φορές τον παραλογισμό.
Μπορεί η μετανεωτερικότητα να χαρακτηρίζεται από τον ανορθολογισμό, τον κατακερματισμό, την ηθική ποικιλομορφία, την πεσιμιστική επιθυμία του τέλους της ιστορίας και του κόσμου, την παγκοσμιοποίηση, την ομογενοποίηση του τρόπου ζωής, όμως βλέπουμε ότι μετά «τον θάνατο του Θεού» που επέφερε η νεωτερικότητα ζούμε τώρα «την επιστροφή του Θεού». Μπορεί τα κοινωνικά πρότυπα να έχουν εκφυλισθεί, να βάλλονται οι θεσμοί, να παρατηρείται μία αναντίρρητη υποβάθμιση στην ποιότητα ζωής, όμως ο σύγχρονος άνθρωπος ζώντας σε ένα πολυπολιτισμικό και πλουραλιστικό περιβάλλον προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει την ταυτότητά του.
Ο σύγχρονος μεταμοντέρνος άνθρωπος δεν γνωρίζει τι είναι ο άνθρωπος. Η Πεμπτουσία με το φιλοκαλικό πνεύμα που την χαρακτηρίζει θέλει να συμβάλει με την παρουσία της στο διαδικτυακό χώρο στην καλύτερη νοηματοδότηση της ζωής του ανθρώπου, στην αναζήτηση του οντολογικού περιεχομένου του ανθρώπου, στην επίγνωση του ανεξάντλητου μυστηρίου του ανθρώπου, του αποφατικώς απροσδιορίστου και εσχατολογικώς εν Χριστώ γιγνομένου, του ανθρώπου που εικονίζει το θείο κάλλος. Και το κάλλος του ανθρώπου πηγάζει από το κάλλος του Τριαδικού Θεού. Τελικά «η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο».
 ——————————————————
Εκδότης
Ινστιτούτο Έρευνας Διάσωσης και Προβολής Πνευματικών και Πολιτιστικών Παραδόσεων «Άγιος Μάξιμος ο Γραικός»
ISSN 2241-8911
contact@stmaximthegreek.org
Διευθυντής
Νίκος Γκουράρος, Πρόεδρος Ινστιτούτου Άγιος Μάξιμος ο Γραικός nikos.gouraros@stmaximthegreek.org
Διευθυντής Σύνταξης Ιστοτόπων Πεμπτουσίας
Νίκος Κόϊος, επίκουρος καθηγητής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης
nikoskoios@pemptousia.gr
Διευθύντρια Σύνταξης Διαδικτυακού Ραδιοφώνου Pemptousia FM
Ευαγγελία Μπαλτατζή, δημοσιογράφος
evaggelia@pemptousia.gr
——————————————————
Νομικός Σύμβουλος
Βαΐα Κατσαρού
legal@pemptousia.gr
——————————————————
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ
Αρχισυντάκτες  www.pemptousia.gr
Θρησκεία
Αρχισυντάκτες:
Πέτρος Παναγιωτόπουλος, δρ θεολογίας, φυσικός
p.panagiotopoulos@pemptousia.com
Επιστημονικοί Σύμβουλοι:
Καλλιακμάνης Βασίλειος πρωτοπρεσβύτερος, καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (τομέας Ηθικής και Κοινωνιολογίας)
Μαντζαρίδης Γεώργιος, ομότιμος καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (τομέας Ηθικής και Κοινωνιολογίας)
Μεταλληνός Γεώργιος πρωτοπρεσβύτερος, ομότιμος καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών (γνωστικό αντικείμενο: ιστορία πνευματικού βίου, βυζαντινή ιστορία, θεολογία της λατρείας)
Νικολαΐδης Νίκος, καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών (τομέας Βυζαντινής Θεολογίας και Βιβλικών Σπουδών)
Παναγιωτόπουλος Πέτρος, δρ θεολογίας, φυσικός
Τρίτος Μιχαήλ, κοσμήτωρ Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (τομέας Ιστορίας, Δόγματος, Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων)
Φίλιας Γεώργιος, καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών (τομέας Χριστιανικής Λατρείας, Αγωγής και Διαποιμάνσεως)
Επιστήμες
Aρχισυντάκτης:
Νικόλαος Λουπάκης, μηχανολόγος μηχανικός, δημοσιογράφος
nikosloupakis@pemptousia.gr
Επιστημονικοί Σύμβουλοι
Αλβανού Μαρία, Εγκληματολόγος, Διδάκτωρ Διεθνούς Ερευνητικής Εγκληματολογίας (International Research Doctor in Criminology)- Πανεπιστήμιο του Trento
Γογγολίδης Ευάγγελος, διευθυντής Ερευνών Ινστιτούτου Μικροηλεκτρονικής ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»
Δανέζης Μάνος, επίκουρος καθηγητής Αστροφυσικής του τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (τομέας Αστροφυσικής, Αστρονομίας και Φυσικής)
Δημακάκος Παναγιώτης, ομότιμος καθηγητής Αγγειοχειρουργικής της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Διευθυντής του Διαγνωστικού Ερευνητικού και Θεραπευτικού Κέντρου Αγγειακών Παθήσεων «Αγγειοϊατρική» Αθηνών
Εμμανουήλ Νικόλαος, καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, εργαστήριο Γεωργικής Ζωολογίας & Εντομολογίας
Θέμελης Χρήστος, αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (τμήμα Ωτορινολαρυγγολογίας)
Θεοδοσίου Ευστράτιος, αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (γνωστικό αντικείμενο: Ιστορία και Φιλοσοφία της Αστρονομίας και των Φυσικών Επιστημών)
Ζερεφός Χρήστος, ακαδημαϊκός, επόπτης του Κέντρου Ερεύνης Φυσικής της Ατμοσφαίρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών
Ζουρνατζή-Κόιου Βασιλική, καθηγήτρια Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (γνωστικό αντικείμενο: κλινική βιοχημεία, βιοπαθολογία)
Κιαρτζής Σπυρίδων, δρ ηλεκτρολόγος μηχανικός, οικονομολόγος (γνωστικό αντικείμενο: εναλλακτικές πηγές ενέργειας)
Κιτρομηλίδης Πασχάλης, καθηγητής Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών (γνωστικό αντικείμενο: ιστορία των πολιτικών θεωριών), διευθυντής του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών
Κόλτσιου Άννα, καθηγήτρια Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (γνωστικό αντικείμενο: αρχαία ελληνικά, λατινικά)
Κομβόπουλος Κυριάκος, καθηγητής Πανεπιστημίου Berkeley California, (τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών), διευθυντής των Eργαστηρίων SSEL και CSML
Κοσμάς Κωνσταντίνος, καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (γνωστικό αντικείμενο: Εφαρμοσμένη Εδαφολογία)
Κουφόπουλος Πέτρος, αναπληρωτής καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών Πολυτεχνική Σχολή τμήμα Αρχιτεκτόνων (γνωστικό αντικείμενο: αρχιτεκτονικός σχεδιασμός με έμφαση στην συντήρηση, αποκατάσταση ιστορικών κτιρίων και συνόλων)
Κωνσταντούδης Βασίλειος, ερευνητής Ινστιτούτου Μικροηλεκτρονικής ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος»
Μαμαλούκος Σταύρος, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών Πολυτεχνική Σχολή τμήμα Αρχιτεκτόνων (γνωστικό αντικείμενο: μεσαιωνική και παραδοσιακή αρχιτεκτονική)
Μαυρομούστακος Θωμάς, αναπληρωτής καθηγητής Χημείας Πανεπιστημίου Αθηνών, εργαστήριο Οργανικής Χημείας
Ντίνας Κωνσταντίνος, καθηγητής Τμήματος Νηπιαγωγών της Παιδαγωγικής Σχολής Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας (γνωστικό αντικείμενο: γλωσσολογία, ελληνική γλώσσα και διδακτική της)
Παναγιωτόπουλος Παναγιώτης, ομότιμος καθηγητής Οικονομικών Πανεπιστημίου Stanford U.S.A.
Παπαδημητρίου Νικόλαος, αναπληρωτής καθηγητής Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου (τμήμα Βυζαντινή Ιστορία)
Σάτσιος Κωνσταντίνος, δρ ηλεκτρολόγος μηχανικός (γνωστικό αντικείμενο: εξοικονόμηση ενέργειας, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας)
Σταθάς Γεώργιος, επίκουρος καθηγητής Τ.Ε.Ι. Καλαμάτας, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας (τμήμα Φυτικής Παραγωγής)
Σχίζας Χρήστος, καθηγητής Πληροφορικής Πανεπιστημίου Κύπρου
Τσομώκος Δημήτριος, καθηγητής Οικονομικών Πανεπιστημίου Οξφόρδης
Φύσσας Νικόλαος, δρ Αρχαιολογίας
Πολιτισμός
Αρχισυντάκτες:
Βασίλειος Χάδος,  Θεολόγος, υπ. δρ. μουσικολογίας Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
vxados@pemptousia.gr
Αικατερίνα Χουζούρη, δημοσιογράφος, Master Διοίκιση των Πολιτισμικών Μονάδων
Γεώργιος Κωνσταντίνου, δρ του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου, καθηγητής του Ωδείου Αθηνών

Επιστημονικοί Σύμβουλοι:
Αλεξάνδρου Μαρία, επίκουρος καθηγήτρια της Ιστορικής Μουσικολογίας με ειδίκευση την βυζαντινή μουσική του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (τμήμα Μουσικών Σπουδών)
Βαρβούνης Μανώλης, αναπληρωτής καθηγητής Λαογραφίας Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης (τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας)
Γιαννέλος Δημήτριος, αναπληρωτής καθηγητής Ιονίου Πανεπιστημίου (τμήμα Μουσικών Σπουδών)
Δουλγερίδης Μιχάλης, διευθυντής του τμήματος Καλλιτεχνικής Συντήρησης – Αποκατάστασης Έργων Τέχνης της Εθνικής Πινακοθήκης
Καρανάσιος Χαρίτων, ερευνητής του Κέντρου Ερεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών (γνωστικό αντικείμενο: φιλολογία, παλαιογραφία)
Λουδοβίκος Κώστας,  εικαστικός εικονογράφος, ιστορικός τέχνης
Σπυρίδης Χαράλαμπος, καθηγητής Μουσικής Ακουστικής, Πληροφορικής, διευθυντής Εργαστηρίου Μουσικής Ακουστικής Τεχνολογίας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών
Τσιαμούλης Χρίστος, μουσικοσυνθέτης, ερευνητής της Παραδοσιακής Μουσικής, καθηγητής του Ωδείου Αθηνών
Χαλδαιάκης Αχιλλεύς, αναπληρωτής καθηγητής Βυζαντινής Μουσικολογίας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών
Τσιγαρίδας Ευθύμιος, ομότιμος καθηγητής Χριστιανικής Αρχαιολογίας και Τέχνης του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Χρυσοχοΐδης Κρίτων, διευθυντής Ερευνών Ινστιτούτου Βυζαντινών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (γνωστικό αντικείμενο: ιστορία, παλαιογραφία)
Πεμπτουσία για Παιδιά
Αρχισυντάκτης
Ηλίας Σαββόπουλος , Εκπαιδευτικός
Πεμπτουσία Web TV
Παραγωγή: Δήμητρα Αγγελίδου, Γιάννης Ηλιόπουλος, Κώστας Κωστόπουλος, Νίκος Λουπάκης, Πέτρος Παναγιωτόπουλος, Νίκος Παπακώστας,  Βασίλης Χάδος
Μοντάζ: Παναγιώτης Ποδαρόπουλος
Μουσική: Νίκος Παπακώστας
Αναρτήσεις, Επεξεργασία: Μιχάλης Πλουσής
 Διαδικτυακό Ραδιόφωνο Πεμπτουσίας – PEMPTOUSIA FM
Υπεύθυνος Ροής: Δημήτρης Ηλιόπουλος
Μουσική Επιμέλεια: Νίκος Παπακώστας
Μουσικές Παραγωγές, Νίκος Παπακώστας, Κώστας Παϊδας, Θεόδωρος Αραμπατζής, Βασίλης Χάδος
Ηχοληψία: Κωνσταντίνος Πατσάς
Αναγνώσματα: Βασιλική Αμπράζη, Αντωνία Μανιατέα, Μαρία Σκεντέρη, Ευάγγελος Φαλάρας
ΑΝΑΛΕΚΤΑ ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑΣ
Σχεδιασμός: Νίκος Λουπάκης, Δημοσιογράφος
Social Media
Κυριακή Λιλιοπούλου
———
Αρχισυντάκτης Αγγλικής Έκδοσης
www.pemptousia.com
Πέτρος Παναγιωτόπουλος
Home Page Editor: Vlad Ciule
Αρχισυντάκτης Ρουμανικής Έκδοσης
www.pemptousia.ro
Vlad Ciule
Aρχισυντάκτρια Ρωσικής Έκδοσης
www.pemptousia.ru
Olga Filatova
Αρχισυντάκτης Γεωργιανής Έκδοσης
www.pemptousia.ge
 Levan Gelashvilli
Επεξεργασία Περιεχομένου Ιστοτόπων Πεμπτουσίας
Μαρία Καμινιώτου, Γεώργιος Κώτσης, Μιχάλης Πλουσής
——————————————————
Τεχνική Υποστήριξη 
Κυριάκος Μπέρτσος
kbertsos@stmaximthegreek.org
——————————————————
Η Συντακτική Επιτροπή ευχαριστεί τους αρθρογράφους για την δωρεάν παραχώρηση των άρθρων. Οι συγγραφείς των άρθρων φέρουν την ευθύνη για τις απόψεις τους. Η Σύνταξη διατηρεί το δικαίωμα να επιφέρει φραστικές μεταβολές στα δημοσιευόμενα κείμενα.
Την ευθύνη σχεδιασμού, ανάπτυξης, διαχείρισης και εκδοτικού συντονισμού των ιστοτόπων της Πεμπτουσίας σε όλες τις γλώσσες την έχει το Ινστιτούτο Έρευνας Διάσωσης και Προβολής Πνευματικών και Πολιτιστικών Παραδόσεων «Άγιος Μάξιμος ο Γραικός».

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

/ Γέρων Ιωσήφ Βατοπαιδινός (+2009) Η Ερμηνεία της Αγ.Γραφής, η αγάπη του στην Παναγία, η Διαθήκη και η οσιακή κοίμηση του Αγ. Νεοφύτου

Αφήνουμε τον ίδιον τον Πατέρα μας να μας διηγηθή το γεγονός αυτό για να ιδούμε κι’ εμείς τον τρόπον που κινούνται και ενεργούν οι Άγιοι. Γράφει λοιπόν: «Όταν με επισκέφθη ο θείος από ψηλά φωτισμός, για να με χωρίση από την ματαιότητα του βίου και να κατευθύνη τους πόδας μου “εις τρίβους ευθείας” και “εις οδόν ειρήνης” της μοναχικής ζωής, έφυγα κρυφά από τους γονείς μου και τα επτά μου αδέλφια, αγόρια και κορίτσια, και φτάνω στην Ιερά Μονή (του Αγίου Χρυσοστόμου), όπου εκεί μου έτυχε να ακούσω την προφητεία που λέγει• “εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην” και τα επίλοιπα. Πάρα πολύ χάρηκα ακούοντας αυτά, γιατί δεν είχα ακούσει ποτέ τέτοια λόγια, γιατί αν και ήμουν δεκαοκτώ χρόνων, όμως ήμουνα τελείως αγράμματος μέχρι που αγνοούσα και το άλφα. Τόσο πολύ δε εξεπλάγην από τα λόγια και η ψυχή μου τα αγάπησε υπερβολικά, ώστε έλεγα, μακάρι να διαβάζουν και να ακούω κάθε μέρα τέτοια λόγια, παρ’ όλο που δεν καταλάβαινα το βαθύτερο νόημα των λεγομένων, εκτός από το “εν αρχή εποίησεν ο Θεός” και το “είδεν ο Θεός ότι καλά λίαν” και τίποτα πέραν τούτου.
Δεν εφανέρωσα το συμβάν αυτό πουθενά και έκρυβα στα βάθη της καρδιάς μου αυτό το θαύμα. Όταν δε από τους προεστούς της μονής τοποθετήθηκα στην καλλιέργεια των αμπελιών, ο Θεός θέλησε, κι εγώ βέβαια, να κάνω λίγα μαθήματα, τόσα μόνον όσα φτάνουν για να μάθω την ακολουθίαν που πρέπει να κάνουν οι μοναχοί το 24ωρο. Η Θεία Χάρις όμως μου χάρισε περισσότερο απ’ αυτήν και έτσι έμαθα απ’ έξω και ολόκληρον το ψαλτήριον. Όταν πάλιν “θεία τις επισκοπή με επεσκέψατο“ και με έβγαλε από τους κοινοβιακούς θορύβους στο λιμάνι της ησυχίας, και έγινε αυτό από ευδοκία Θεού, τότε αφού βρήκα καιρό στην ησυχία και είχα συνέχεια στην μνήμη μου τα λόγια που άκουσα, τότε, περισσότερο από κάθε βιβλίο, αναζητούσα την προφητείαν εκείνην και, αφού την βρήκα, με πολύ πόθο την έμαθα απ’ έξω. Και όχι μόνο τα αναφερόμενα στην εξαήμερο δημιουργία του κόσμου, αλλά και τα περί του παραδείσου και της παραβάσεως, περί του κατακλυσμού και της πυργοποιΐας και μέχρι του φιλοθέου Αβραάμ. Τα είχα δε για μεγάλο θαύμα τα λόγια αυτά της Αγίας Γραφής.
Agios Neofytos o Egkleistos-9
Διάβασα και την εξαήμερο του Αγίου Χρυσοστόμου, ποθούσα δε να διαβάσω και την του Μ. Βασιλείου και δεν την εύρισκα. Αφού πέρασαν τριανταεπτά (37) χρόνια και χρειάστηκα πιο πολλή ησυχία, κατοίκησα στην νέαν Σιών αυτήν και πάλιν ζητούσα με επιμονή την εξαήμερο του Μ. Βασιλείου στα μοναστήρια της Πάφου και της Αρσινόης. Επειδή δεν την εύρισκα, όπως είναι φυσικό, λυπόμουν πολύ. Όταν έφθασαν οι μέρες της αμώμου νηστείας, άρχισε ο νους μου να περιστρέφεται στην θεωρία της εξαημέρου και να μου έρχονται στο στόμα τα λόγια της. Μετά από λίγες μέρες με πίεζε ο λογισμός μου να τολμήσω να γράψω κάτι σχετικά μ’ αυτήν. Εγώ όμως το θεωρούσα ανοησία και κοροϊδία του νου μου αυτό, να τολμήσω δηλαδή κάτι που ήταν αδύνατο για μένα. Ο ένδοθεν όμως λογισμός επέμενε να με πιέζη λέγοντάς μου, έστω και με λακωνικότητα, να μιλήσω γι’ αυτήν. Επειδή δε δεν τολμούσα να προχωρήσω στο επιχείρημα αυτό, ούτε και ο λογισμός σταματούσε να με ενοχλή, τότε, σαν τρόπον υπεκφυγής, παίρνω χαρτί για να γράψω πέντε–έξι στίχους και έτσι να κόψω την μεγάλη πίεση του λογισμού. Όταν όμως άρχισα, ο λόγος δεν σταματούσε καθόλου, αλλά ούτε κι εγώ αφησα “τον κάλαμον”, μέχρις ότου, συν Θεώ, τελείωσε ο πρώτος λόγος. Τότε και για δεύτερον λόγον με έσπρωχνε η “ένδοθεν προθυμία” και, επειδή φοβόμουνα πολύ αυτό το επιχείρημα, με θερμά δάκρυα εκλιπαρούσα την θείαν ευμένειαν, να μην αφήση τον νουν μου να πλανηθή εκτός των πραγματικών εννοιών της θεοπνεύστου Γραφής, αλλά μάλλον να με φωτίση με την ιδίαν χάριν με την οποίαν και ο Μέγας Μωϋσής ελάλει.
Κατόπιν την νύκτα “είδον εν οράματι” ότι πήρα ένα γραμμένο βιβλίο παλαιό, στο οποίο υπήρχε και ένα μέρος άγραφον, και άρχισα εκεί να γράφω τα σχετικά με την εξαήμερο.
Ενώ συνέχιζα να γράφω, δεν είδα με ποιό τρόπο, κάποιος, αφού έφερε ένα άλλο μεγάλο ευπρεπέστατο βιβλίο, το έβαλε στα δεξιά μου, και πάνω στο βιβλίο ένα κερί αναμένο. Όταν το είδα είπα ότι αυτό το βιβλίο, όπως φαίνεται, είναι του Θεολόγου και όταν αδειάσω θα το διαβάσω.
Όταν ξύπνησα, κατάλαβα ότι το όραμα σήμαινε πως η θεία χάρις πρόκειται να με διδάξη στο έργο μου και δεν είναι απάτη του εχθρού».
***
Έτσι συνεχίζει να γράφη λόγους στην Γένεσιν, φωτιζόμενος και οδηγούμενος εκ του Παναγίου Πνεύματος του «και τον Μέγαν εκείνον φωτίσαντος Μωσήν εξειπείν τα προ πολλών γενεών αρχαιότερα αυτού».
Όταν, κατόπιν παρακλήσεως του υποτακτικού του Ιερομονάχου Ησαΐου, θέλησε να ερμηνεύση τους ψαλμούς και τις ωδές, αναφέρει ότι είχε ακούσει πως άλλοι Άγιοι Πατέρες και σοφοί ερμήνευσαν το ψαλτήριον, όμως ο ίδιος δεν έτυχε ποτέ να ιδή καμιά απ’ αυτές τις ερμηνείες. Ευχαριστεί όμως γι’ αυτό τον Θεόν, γιατί δεν θα κτίση σε ξένα θεμέλια, αλλά θα πη μόνο όσα η χάρις του Θεού του φωτίση τον νούν. «Εξ ακοής μεν έχω», λέγει, «ότι πολλοί συνετοί και σοφοί άνδρες ηρμήνευσαν το ψαλτήριον, ουδενί δε τούτων ενέτυχον έγωγε, ίνα είσομαι τα παρ’ εκείνων ρητορευόμενα. Όμως ευχαριστώ τω Θεώ μου, ίνα μη δόξω εφ’ ετέρους θεμελίους οικοδομείν, μηδέ εν πειθοίς ανθρωπίνης σοφίας, κατά Παύλον, λαλείν, αλλ’ εκείνα λαλήσω και διαγράψομαι, ά η χάρις του Θείου Πνεύματος εν Χριστώ Ιησού τον νούν καταυγάσει μου». Και όντως. Η ερμηνεία του ψαλτηρίου είναι τόσο σπουδαία και «πλήρης Πνεύματος Αγίου», που κάνει τον αναγνώστη να μένη έκθαμβος, στην τόσο πετυχημένη Χριστολογική ερμηνεία των ψαλμών.
***
Θα ήταν μεγάλη παράλειψις, εάν δεν αναφέραμεν και την μεγάλην ευλάβειαν και ζέουσαν αγάπην προς την Πανάχραντον Δέσποινά μας, την Κυρίαν Θεοτόκον Μαρίαν. Πολλά εγκώμια και λόγους έγραψε γι’ αυτήν και στις ανάγκες του πρώτα αυτήν επεκαλείτο. Προστάτιδα του εαυτού του και της αγίας του εγκλείστρας την είχε ομού με τον Τίμιον Σταυρόν. Η παρθενική του καρδιά ξεχείλιζε από υϊκήν αγάπη στο άκουσμα της Αγίας Παρθένου, της χαράς όλου του κόσμου.
«Χαίρε Παντάνασσα, Θεοχαρίτωτε Δέσποινα Παρθένε Θεοτόκε και της εγκλείστρας μου ταύτης συν τω Πανσέπτω Σταυρώ του Υιού Σου ακαθαίρετον φρούριον και τείχος ακράδαντον επιβουλών τε εχθρών αοράτων ή και δρωμένων ανατροπή και πτώσις».
«Χαίρω κάγώ, Πανακήρατε και Θεοχαρίτωνε Δέσποινα, ως τα σα μεγαλεία διανοούμενος και αμυδρώς ενοπτριζόμενος το θείον κάλλος σου Μητροπάρθενε».
«Πώς δυσωπήσω, πώς εξυμνήσω το κράτος σου Δέσποινα; Εκαρδίωσας ημάς, εκαρδίωσας, ως έφη Σολομών εν τοις Άσμασι».
Ιδιαίτερον ενδιαφέρον εδείκνυε για την δημιουργία και εμπλουτισμό της αγίας βιβλιοθήκης, διά την μονή του και διά τους φοιτητάς του, που επαγρυπνούσε και ηύχετο «ίνα μηδέν αυτοίς λείπη», διότι έλεγε• «κοινόν διδασκαλείον και πώμα πηγαίον και σαφέστατον η Θεία προφητεία και το Ιερόν Ευαγγέλιον και η βίβλος των Αποστόλων, και ο διψών την σωτηρίαν ποτιζέσθω εντεύθεν».
Πρακτικός ερμηνευτής τόσον των ιερών λογίων της Γραφής όσον και των πατερικών κειμένων, έπειθε την διψώσαν τότε γενεάν, περί του συμφέροντος εκάστου και έγινεν η ζώσα παρήγορος πηγή που ομολογουμένως η δοκιμαζομένη ποικίλως γενεά εχρειάζετο.
Έχοντας απαράμιλλον ζήλον και μνήμην πεφωτισμένην, με ακριβή προγραμματισμό διετέλεσε την όλην του επίγειαν παροικίαν, ο αοίδιμος και δεν παρέλειψε το πολύπλευρόν του πνευματικό καθήκον έως βαθυτάτου γήρατος.
Πέρασαν ήδη 55 χρόνια από την ημέραν που κατοίκησε στην φιλτάτην του εγκλείστρα. Αισθάνεται ότι ο χρόνος της εκδημίας του από τον κόσμο πλησιάζει. Αρχίζει σαν στοργικός Πατέρας να προετοιμάζη τα πνευματικά του παιδιά, στηρίζοντας και νουθετώντας τους στην ευλογημένη μοναχική ζωή και στην Αγίαν Εγκλείστρα.
01261
Γράφει την Δεύτερη και τελευταίαν τυπική του Διαθήκη. Προτρέπει τους μαθητές του στην μεταξύ τους αγάπη και στην συνεπή τήρηση των καθωρισμένων προσευχών του νυχθημέρου. Ορίζει διάδοχόν του τον Ιερομόναχον Ησαΐαν και προτρέπει όλους στην υπακοή. Όλοι οι διάδοχοί του, ηγούμενοι της Αγίας Εγκλείστρας, πρέπει να είναι έγκλειστοι. Μετά την εκλογή και χειροτονία τους, να εγκλείωνται, αφού θα έχουν ήδη εκ των προτέρων προετοιμασθή. Να φροντίζη την πνευματική ζωή των αδελφών και να μην αμελή την διδασκαλία τους.
Όποιος πέσει σε σαρκικό αμάρτημα και δεν εξομολογηθή ευθύς, να διώκεται μακράν. «Φίλη γάρ Θεώ έρημος καθαρά και άοικος, υπέρ οικουμένην ακάθαρτον».
Η εγκλείστρα πρέπει να παραμένη αυστηρά «ανεπίβατος γυναιξί». Οι νηστείες να τηρούνται με ακρίβεια και η ακτημοσύνη να βασιλεύη στην Αγίαν Εγκλείστρα. Οι μοναχοί να αποφεύγουν τις ανέσεις και τις επαφές με τους κοσμικούς και κυρίως με τους συγγενείς τους. Τονίζει πως η Αγία του Εγκλείστρα «ευκτηρίου Αγίου Μέτρον διασώζει». Δεν είναι κοινόν κελλίον, γι’ αυτό και μερικοί που επεχείρησαν να μείνουν εκεί δεν μπόρεσαν. Υπενθυμίζει πως «παρά Θεού και Δεσπότου την Εγκλείστραν ταύτην ως τάλαντον έλαβον• αυτός γαρ μοι αυτήν προύτεινεν έρημον και αυτός μοι αυτήν κατεφαίδρυνεν ως ηυδόκησε• κάγώ πάλιν τη παναλκή παλάμη αυτού παρέθηκα ταύτην».
Προφητεύων αινιγματωδώς το μέλλον της Αγίας Εγκλείστρας, ως προσκύνημα και κοινόν κόσμημα της εκκλησίας, λέγει: «εμοί γαρ δοκεί ότι και ο εξής ουδείς δυνηθή εν αυτή καθεσθήναι. Ει γαρ ο Κύριος ετέρως πως αυτήν εταμιεύσατο, τίς ο αντιλέγειν δυνάμενος;».
Αφού ανθρωπίνως ο όσιος τακτοποιεί τα πάντα, όσα θεωρεί απαραίτητα για την σωτηρίαν των αδελφών και το μέλλον της Εγκλείστρας του, αναθέτει τα παιδιά του και την μονήν του μετά Θεόν στην Υπεραγίαν Θεοτόκον και στον Τίμιον Σταυρόν.
«Αλλά μη εκλίπης, παρακαλώ, ω Πανσεβάσμιέ μου ξυνωρίς και πανίερος, τη αμάχω σου επισκέψει έως τέλους το κτήμα σου περισκέπειν τούτο και τους οικούντας εν αυτώ και την Νέαν ταύτην Σιών, ην και προσφάτως εδομησάμην εγώ σθένει Θεού».
Φθάνει στα 85 του χρόνια. Έτοιμος, ώριμος στάχυς, περιμένει το κάλεσμα για τον ουρανόν. Πέρασε 60 ολόκληρα χρόνια έγκλειστος. Πάλεψε σκληρά και βγήκε νικητής. Το όραμα που είδε στην αρχήν της εγκλείσεώς του βγαίνει αληθινό.
«Μετά εξήκοντα ημέρας» τελειώνει τον δρόμον και πορεύεται για την προσκύνησιν του τιμίου Σταυρού του Χριστού. Η καρδιά του σκιρτά ποθώντας την «πρόσωπον προς πρόσωπον» συνάντησιν του ηγαπημένου. Εξήντα και επτά χρόνια σκληρής μοναχικής ζωής τον ανέμενεν. «Το αόρατον ως ορών εκαρτέρει». Στην πορεία του δεν στράφηκε καθόλου πίσω, γι’ αυτό και τώρα «εύθετός εστιν εν τη βασιλεία των ουρανών». Βάστασε τον καύσωνα της ημέρας και το βάρος της νυκτός αγόγγυστα.
Πληροφορείται την ημέραν του θανάτου του. Η θεωρία του στρέφεται συνεχώς στον τόπον της συναντήσεώς του μετά του νυμφίου. Ικετεύει θερμά:
«Παράδεισε τερπνότατε, η χώρα των δικαίων, ο μένων κατ’ ανατολάς και την Εδέμ λαμπρύνων δυσώπησον τον κτίστην σου δι’ εμέ τον εραστήν σου του ελθείν και κατοπτεύσαί με την πάντερπνόν σου θέαν….και τους προπάτορας ημών και πάντας τους Αγίους ωσαύτως δε και την αγνήν και Δέσποιναν του κόσμου και τον Σωτήρα μου Χριστόν, τον κτίστην των απάντων, τον ποιητήν και φυτουργόν του Θείου Παραδείσου• και δώσω δόξαν τω Πατρί, τω Υιώ τε και το Πνεύμα τω σώζωντι και θέλοντι πάντων την σωτηρίαν».
Παραγγέλει στους μαθητάς του να μην κλάψουν υπερβολικά στον θάνατό του, γιατί δεν του συνέβηκε τίποτα το παράξενο στην ανθρώπινη φύση. Μετά τις επικήδειες ευχές να κρύψουν το λείψανό του στο λαξευμένο τάφο που έσκαψε ο ίδιος στον τοίχον της Εγκλείστρας. Να του φορέσουν και τα «νεκροτάφια ράκη» που ύφανε με τα χέρια του και να τον τοποθετήσουν στο ιδιόχειρο φέρετρο που έφτιαξε, κατά μίμηση του Σταυρού του Χριστού, τρισύνθετο, από κέδρο κυπαρίσσι και πεύκο. Δίδει εντολήν να κτίσουν μετά τον τάφον και να ζωγραφίσουν κάτι στον τοίχο, για να χαθή έτσι σιγά–σιγά ο τόπος του τάφου. Τούτο πρέπει να γίνη έτσι, «διότι, ώσπερ το σωμάτιον τούτο ως δώρον Θεού την ησυχίαν ησπάζετο, ούτω και αποβιούν ταύτην προείλετο κρατείν μέχρι της κοινής Αναστάσεως».
Ως επισφράγισμα της όλης του πατρικής στοργής, και κηδεμονίας προς τους μαθητάς του, τους ευλογεί με την τελευταίαν αυτήν μικράν ευχήν:
«Ο Θεός και Πατήρ, ο διά του μονογενούς αυτού Υιού του αγαπητού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού καλέσας ημάς εις την αιώνιον αυτού βασιλείαν και δόξαν, στηρίξαι και καταρτίσαι πάντας υμάς, αδελφοί, εις το Πανάγιον και Σωτήριον θέλημα αυτού και πρυτανεύσαι άφεσιν αμαρτιών.
Πρεσβείαις της παναμώμου Θεοτόκου και του πανσέπτου Σταυρού και πάντων των Αγίων».
Η ποθητή ημέρα έφθασε. Την 12ην Απριλίου, του έτους 1219 ο Κύριος κάλεσε τον ηγαπημένο του αθλητή κοντά του. Ο όσιος πατήρ ημών εισήλθε στον ουρανόν «πιστός άχρι θανάτου» και έλαβε τον στέφανον της ζωής.
Το άγιόν του λείψανο έμεινε, κατά την επιθυμίαν του, κρυμμένο και άγνωστο. Πέρασαν εκατοντάδες χρόνια και όλοι αγνοούσαν τον τόπο του τάφου. Την 27ην Σεπτεμβρίου του έτους 1750, κάποιος μοναχός αντελήφθηκε στον τοίχο της εκγλείστρας ένα κούφιο μέρος. Δεν άντεξε στον πειρασμό. Την νύκτα, έσκαψε τον τοίχο και βρήκε την πλάκα του τάφου. Πήγε να την σηκώσει, αλλά θεία δύναμις τον έρριξε κατά γης. Όταν συνήλθε, έτρεξε στον ηγούμενον Αθανάσιο και ανέφερε το γεγονός. Ο ηγούμενος μαζί με τους άλλους μοναχούς πήγαν γρήγορα και σήκωσαν την πλάκα. Αμέσως ο τόπος πλημμύρισε από άρρητον ευωδίαν και αντίκρυσαν τα αγιασμένα λείψανα του Οσίου Πατρός. Αμέσως τα μετέφεραν με λιτανεία και θυμιάματα στον ναόν, όπου ευρίσκονται μέχρι σήμερον ευωδιάζοντα και θαυματουργούντα στους προσερχομένους μετά πίστεως.
Η μονή του Οσίου ανακηρύχθηκε Σταυροπηγιακή και διοικητικά ανεξάρτητη.
Η μνήμη του Αγίου τιμάται δύο φορές του έτους. Την 24ην Ιανουαρίου, ημέρα της διασώσεώς του από την πτώση στον κρημνό, και την 28ην Σεπτεμβρίου, ημέρα της ευρέσεως των Αγίων Λειψάνων, κατά μετάθεσιν της μνήμης της κοιμήσεώς του, διότι συμπτίπτει με την Αγίαν Τεσσαρακοστήν.
Ταις Αυτού Αγίαις Πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς. Αμήν.
Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ, «Άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος», Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1998.

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014

Ιησούς Χριστός - 'Ελληνας ή Εβραίος;

Συγγραφή κειμένου Νικόλαος Καρέλλος

Γιατί ο Θεός, ο Ένας και Ανώνυμος, ενσαρκώθηκε στους Εβραίους και όχι στους Έλληνες παρ όλο που τους έπλεξε το εγκώμιο και χρησιμοποίησε την Ελληνική για την εξάπλωση του Ευαγγελίου;

Ο Θεός φυσικά δεν έχει καν όνομα, και αυτό είπε στο Μωυσή.

Ειμαι απλά Ο ΩΝ, Ο Ειμί. (Εβραιστί Γιαχβέ.)

Ο Θεός δεν έχει ούτε γλώσσα, ούτε έθνος. Δεν ειναι φυσικά ούτε εβραίος ούτε Ελληνας. ¨Ελαχε στους Εβραίους όμως αυτό και μόνον αυτό: Nα είναι -στη θεωρία τουλάχιστον- ο λαός που πίστευε στην Μοναδικότητα του Θεού μεν αλλά να είναι και αρκετά διεφθαρμένος (όπως όλοι) ώστε να είναι βέβαιο ότι ο Χριστός θα σταυρωνόταν εκπληρώνοντας το λόγο που ενσαρκώθηκε.

Διότι η Ελληνιστική πολυθεΐα απλά θα αδιαφορούσε για την δράση του θεωρώντας Τον είτε ως έναν θεό εκ των πολλών είτε ως ενσάρκωση εκ των υφισταμένων, ελληνιστικών και εισαγόμενων θεοτήτων...

Και αυτο καθρεφτίζεται απόλυτα στο συγκεκριμένο εδάφιο των Πράξεων των Αποστόλων, όπου οι Έλληνες αποδέχονται τους Αποστόλους ως θεότητες ενώ οι εβραίοι ξεσηκώνουν τον όχλο να τους λιθοβολήσει.

{Πραξ. 14 οἱ δὲ ὄχλοι ἰδόντες ὃ ἐποίησεν ὁ Παῦλος ἐπῆραν τὴν φωνὴν αὐτῶν λυκαονιστὶ λέγοντες· οἱ θεοὶ ὁμοιωθέντες ἀνθρώποις κατέβησαν πρὸς ἡμᾶς· ἐκάλουν τε τὸν μὲν Βαρνάβαν Δία, τὸν δὲ Παῦλον Ἑρμῆν, ἐπειδὴ αὐτὸς ἦν ὁ ἡγούμενος τοῦ λόγου. 

ὁ δὲ ἱερεὺς τοῦ Διὸς τοῦ ὄντος πρὸ τῆς πόλεως αὐτῶν, ταύρους καὶ στέμματα ἐπὶ τοὺς πυλῶνας ἐνέγκας, σὺν τοῖς ὄχλοις ἤθελε θύειν. ἀκούσαντες δὲ οἱ ἀπόστολοι Βαρνάβας καὶ Παῦλος, διαῤῥήξαντες τὰ ἱμάτια αὐτῶν εἰσεπήδησαν εἰς τὸν ὄχλον κράζοντες καὶ λέγοντες· ἄνδρες, τί ταῦτα ποιεῖτε; καὶ ἡμεῖς ὁμοιοπαθεῖς ἐσμεν ὑμῖν ἄνθρωποι, εὐαγγελιζόμενοι ὑμᾶς ἀπὸ τούτων τῶν ματαίων ἐπιστρέφειν ἐπὶ τὸν Θεὸν τὸν ζῶντα, ὃς ἐποίησε τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς· ὃς ἐν ταῖς παρῳχημέναις γενεαῖς εἴασε πάντα τὰ ἔθνη πορεύεσθαι ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν καίτοι γε οὐκ ἀμάρτυρον ἑαυτὸν ἀφῆκεν ἀγαθοποιῶν, οὐρανόθεν ὑμῖν ὑετοὺς διδοὺς καὶ καιροὺς καρποφόρους, ἐμπιπλῶν τροφῆς καὶ εὐφροσύνης τὰς καρδίας ὑμῶν.

καὶ ταῦτα λέγοντες μόλις κατέπαυσαν τοὺς ὄχλους τοῦ μὴ θύειν αὐτοῖς. Ἐπῆλθον δὲ ἀπὸ Ἀντιοχείας καὶ Ἰκονίου Ἰουδαῖοι καὶ πείσαντες τοὺς ὄχλους καὶ λιθάσαντες τὸν Παῦλον ἔσυραν ἔξω τῆς πόλεως, νομίσαντες αὐτὸν τεθνάναι.}

Δηλαδή οι Έλληνες ακόμα και ο ιερευς του Διός υποδέχτηκαν τον Παυλο μετά βαίων και κλάδων ως θεούς, και όχι ως ομιλητές του θεού.

Και τι λέει ο Παυλος εδώ: Ότι ο Ένας Θεός δημιουργός απαντά τις προσευχές όλων των ανθρώπων και των Ελληνιστών τους οποίους άφησε ελεύθερους να πιστεύουν ο καθενας τα δικά του.

Και αφού έπεισε τους Έλληνες ότι είναι απλοί άνθρωποι, εμφανίστηκαν μισαλλόδοξοι Ιουδαίοι εξ Αντιοχείας και Ικονίου και παρέσυραν τους όχλους να τους λιθοβολήσουν. 

Καρμπόν δηλαδή με αυτό που συμβαίνει και σήμερα. Και αυτό γιατί οι περισσότεροι πάντα θεωρούσαν τον Μεσσία ως έναν εθνικιστή εβραιοκεντρικό άρχοντα, που σε ένα υπερεθνικιστικό και πανθρησκειακό παραλλήρημα θα καθυποτάξει πάντα τα έθνη και τις θρησκείες υπό τους πόδας του.

Νικόλας Καρέλλος

Σχόλιο Π.Κοινωνιας: H αλήθεια, οτι ο Χριστός δεν είναι ένας ''αποκλειστηκός Θεός'' των Ιουδαίων, (όπως θεωρούν πολλοί αρχαιολάτρες), και οτι μάλιστα Δεν Τον έχουν αποδεχτεί, αποτυπώνεται ξεκάθαρα και στον λόγο του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου: 

                     Μην απορήσετε, αν χαρακτήρισα τους Ιουδαίους ελεεινούς.
 
Είναι πράγματι άθλιοι και ταλαίπωροι, αφού, τόσα ουράνια αγαθά που πήραν στα χέρια τους, τα περιφρόνησαν και τα πέταξαν. Ανέτειλε για κείνους νωρίς ο ήλιος της δικαιοσύνης, μα εκείνοι απομάκρυναν το φως του και μένουν στο σκοτάδι.
 
Ήταν βλαστάρια αγίας ρίζας, αλλά αποκόπηκαν. Διάβασαν προφήτες από τα παιδικά τους χρόνια, κι Αυτόν για τον όποιο μίλησαν οι Προφήτες Τον σταύρωσαν.
 
Ενώ ήταν καλεσμένοι να γίνουν παιδιά του Θεού, ξέπεσαν στην τάξη των σκύλων.

«Λόγοι Κατά Ιουδαίων» - Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014

Ιωσήφ Βατοπαιδινός - Γέροντας Λόγος εγκωμιαστικός στους Βατοπαιδινούς αγίους Ευδόκιμο και Ιωακείμ Παπουλάκη

Ευδόκιμος, το ευωδέστατο και μυρίπνοο άνθος του πνευματικού κήπου της Μονής μας. Το ευσκιόφυλλο και γεμάτο καρπούς δένδρο, που είναι φυτευμένο «παρά τας διεξόδους των υδάτων», που καρποφόρησε στον κατάλληλο καιρό. Με την οσμή του μύρου του ευωδίασε, όχι μόνο τη μονή της μετανοίας του, αλλά και όλη την Αθωνική χερσόνησο. Τήρησε και μετά το θάνατό του τον πρώτο μακαρισμό του Κυρίου μας, μένοντας ταπεινός και αφανής.
Πότε έζησε; Με ποιούς υπεράνθρωπους άθλους και αγώνες, αυτός ο τρισμακάριστος πατέρας μας, έγινε ευάρεστος στον Θεό; Κανείς δεν γνωρίζει, εκτός από τον ίδιο και τον Θεό. Αφού έφθασε στα ύψη των αρετών και της τελειότητος, τρύγησε τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος. Η θεία Χάρις τον ειδοποίησε για το επερχόμενο τέλος της επίγειας ζωής του που ανέμενε με πόθο. Μπήκε κρυφά, χωρίς να τον αντιληφθεί κανένας από τους αδελφούς στο οστεοφυλάκιο της Μονής και κοιμήθηκε ειρηνικά ανάμεσα στους «προαπελθόντας Πατέρας» παραμένοντας άγνωστος. Πόσα χρόνια βρισκόταν το πολύπονο και αθλητικό του σκήνος μέσα στο οστεοφυλάκιο; Ούτε αυτό το γνωρίζουμε.
Όταν το έτος 1840 οι πατέρες της Μονής θέλησαν να επισκευάσουν το κοιμητήριο, ανακάλυψαν ένα λείψανο αγίου που ανέδιδε άρρητη ευωδία, η οποία εξακολουθεί και σήμερα να υπάρχει στα οστά του και την τιμία κάρα του.
Επειδή ο άγνωστος αυτός άγιος με την πολιτεία και τους ασκητικούς αγώνες του, ευδοκίμησε, ευαρέστησε δηλαδή τον Θεό και έγινε δόκιμο σκεύος της θείας Χάριτος, ονομάστηκε Ευδόκιμος. Την μνήμη του τιμούμε στις 5 Οκτωβρίου.
 iwakpap2
Ο Όσιος Ιωακείμ ο Παπουλάκης
Πρόσφατα το Οικουμενικό Πατριαρχείο κατέταξε στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας τον όσιον Ιωακείμ τον Ιθακήσιο, τον επονομαζόμενο Παπουλάκη.
Γεννήθηκε το 1786 στην Ιθάκη από ευσεβείς γονείς. Στην παιδική του ηλικία έχασε τη μητέρα του. Ο πατέρας του, που ήταν πλοίαρχος, νυμφεύτηκε για δεύτερη φορά μια γυναίκα, που μισούσε τον αθώο Ιωάννη. Αυτό ήταν το κοσμικό του όνομα.
Ο μικρός Ιωάννης έγινε ναυτόπουλο σε ξένο πλοίο ταξιδεύοντας σε διάφορους προορισμούς. Κάποτε το καράβι του έφθασε στο λιμάνι της Μονής Βατοπαιδίου. Ο Ιωάννης επισκέφθηκε τη Μονή και προσκύνησε τα ιερά κειμήλια. Τόσο επηρεάσθηκε από τα όσα είδε και έζησε, ώστε παρουσιάστηκε στον ηγούμενο και τον παρακάλεσε να τον κρατήσει για να γίνει μοναχός. Έγινε δόκιμος και μετά μοναχός παίρνοντας το όνομα Ιωακείμ. Ο Ηγούμενος εκτιμώντας τα προσόντα του τον όρισε σύμβουλο, οικονόμο και διαχειριστή της Μονής μέχρι την μεγάλη Ελληνική επανάσταση του 1821, οπότε εστάλη στη Πελοπόννησο για να στηρίξει τους αγωνιζόμενους εναντίον των Τούρκων.
Όταν τελείωσε ο πόλεμος, ο πατήρ Ιωακείμ δεν γύρισε στη Μονή, αλλά αποσύρθηκε σ’ ένα ησυχαστήριο στο φαράγγι της Γούβας στην Ιθάκη. Μετά μετακινήθηκε στο Βαθύ. Σύντομα ο «Παπουλάκης», όπως τον αποκαλούσαν, έγινε το κέντρο παρηγοριάς και του στηριγμού του λαού. Οι Ιθακήσιοι τον αποδέχονταν ως άγιο, γιατί έκανε θαύματα ενώ ζούσε.
Φτωχός και απέριττος κοιμήθηκε στις 2 Μαρτίου του 1867 και τάφηκε σύμφωνα με την επιθυμία του πίσω από το ιερό Βήμα του αγαπημένου του ναού, της αγίας Βαρβάρας. Μέρος του τιμίου λειψάνου του μεταφέρθηκε στη Μονή μας από αντιπροσωπεία της, που συνήργησε με τον Μητροπολίτη Λευκάδος κ. Νικηφόρο στην ανακομιδή του. Ο λαός της Ιθάκης διηγείται με ευλάβεια τα θαύματα που επιτέλεσε και επιτελεί μέχρι και σήμερα ο Άγιος Ιωακείμ.

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014

Χαρίλαος Ε. Παπαγεωργίου - Πρωτοπρεσβύτερος Γέρ. Αιμιλιανός: Βιώνοντας τη ζωή της Αγ. Γραφής

Ο  Γέροντας  αποδεικνύεται  ερμηνευτής  μεμυημένος  και  βαθύς  γνώστης  της  Βίβλου αλλά και της  πατερικής  ερμηνευτικής στοιχεία  τα  οποία  αναμιγνύει  με  προσωπικές και  βιωματικές  προσεγγίσεις.  Αρέσκεται  στην ερμηνεία  ψαλμών είτε  σε  περιόδους  μετανοίας  και  πνευματικής  προετοιμασίας ,  όπως  η  Τεσσαρακοστή, είτε  σε  περίοδο  προεόρτια η  μεθεόρτια  μεγάλων εορτών, είτε  ακόμη  σε  αντιστοίχιση με  μεγάλες  εορτές  του ιουδαϊκού  εορτολογίου[156]. Προσπαθεί  μέσα  από  τις  ψαλμικές  κατηχήσεις  του   να  καταστήσει  τα  τέκνα  του  κοινωνούς  των  αισθημάτων  και  των  προσωπικών  βιωμάτων  του   Ψαλμωδού, για  να  κατανοήσουν  την  πνευματική  δύναμη  που  εμπεριέχει  το  Ψαλτήριο[157]. Η γλώσσα , το ύφος  και  η θύραθεν  παιδεία  του  π. Αιμιλιανού , που  αποπνέουν  οι  αναλύσεις  του, μεταδίδουν  ένα  αίσθημα  βαθυτάτης  μεθέξεως,  στο  προς  τα τέκνα . Σκοπός  του  πάντοτε είναι  να  αποκτήσουν οι  δι’ αυτού  αναγεννώμενοι  το  θείο  έρωτα , που  διακαίει   μέχρι  μυελού  οστέων  την  πονεμένη ανθρώπινη ύπαρξη ,  να  αναζητήσουν  τη μυστική  οδό  της  θείας  μέθεξης μέσα  από  τη  βαθύτατη  πίστη  των ψαλμωδών[158].
Gerontas Aimilianos Simonopetritis, Mega Synodiko Ieras Megistis Monis Vatopaidiou 02B
Κατά τον ίδιο  ακριβώς  τρόπο χρησιμοποιεί  στοιχεία  και  από  τα  ιστορικά  βιβλία  της Π.Διαθήκης , διαπιστώνοντας, εξάγοντας  και  προσφέροντας  σωτηριολογικά  βιώματα, μελετώντας  εις  βάθος  τις  ενέργειες  του  Θεού  για  τη  σωτηρία  του  κόσμου κι όχι  απλά συμβάντα[159]. Έτσι  ο Γέροντας  προετοιμάζει  το  εκάστοτε  ακροατήριό   του  μέσα από  τις  διακυμάνσεις  της  Διαθήκης δηλ. της  σχέσης  Θεού και ανθρώπων για  να καταλήξει  στη  μεσσιανική  εσχατολογική αποκατάσταση κι  εγκαθίδρυση  της  Βασιλείας [160]. Αυτή  όμως  η  εσχατολογική  Βασιλεία  για  τον  πιστό  χριστιανό  δεν  είναι  μόνο  μια  ελπίδα  και  μια  πρόγευση  των  μελλόντων  αγαθών μέσα  από  τη  ζωή  της  Εκκλησίας,  αλλά  και  ένα  διαρκές  παρόν   δια   της  ευχαριστιακής  κοινωνίας[161].
Δ. Η  βίωση  των  αγιογραφικών  χωρίων  και λόγων  του  Κυρίου.
Τα  δύο  προσδιοριστικά  ονόματα  του  Κυρίου  συνδυάζουν μια  ιδιότητα (Ιησούς –Σωτήρ) κι ένα  αξίωμα ( Χριστός).  Κάθε  θεματική  παρουσίαση, όπου  ο  ένας  από  τους  δύο  όρους  εξαφανίζεται  μέσα  στον  άλλο , περιορίζει ασφυκτικά  το  Ευαγγέλιο . Ο Γέροντας  λαμβάνει  πάντοτε  υπόψη  του  τη  θεολογική  αυτή  αρχή  που  συνάπτει  τον  Ιησού  της  ιστορίας  με το  Χριστό  της  Εκκλησίας, όταν  χρησιμοποιεί , αναλύει  η  ερμηνεύει κυριακά  λόγια, γιατί  σκοπός  του είναι η  γνώση  του Κυρίου.  Είναι  ο  προτυπούμενος  Μεσσίας που  εκπληρώνει  και  ανακεφαλαιώνει  το  σχέδιο του  Θεού, ο Υιός  του  Θεού   που  εγκύπτει  θεουργικώς  στην ανθρώπινη  σμικρότητα[162].
Αναδεικνύεται ο νέος  Αδάμ , αναπλάστης  του  παλαιού, δια  της ενσαρκώσεώς  Του  και  της  εκούσιας  θυσίας  Του  ως  Αμνός  του  Θεού  και  Εσφαγμένον  Αρνίον  της  Εκκλησίας . Θεός  ων πάντων  γίνεται  ζωή  των απάντων κρούων ως  ξένος  τη  θύρα  μιας  εκάστης  υπάρξεως για  να καταστεί φίλος , Νυμφίος και  Μέγας  Βασιλεύς  της. Γίνεται  ο πλησίον  μας οντολογικώς, ως  πρόσωπο  οπτανόμενος , ορατός , ως  ενέργεια και  πλήρωμα του  παντός[163]. Εισοδεύει[164]  ως  αδιάδοχος  ιερεύς την  μεγαλειώδη καινή ιερωσύνη που  ενώνει  το Θεό με  την  κάθε  ψυχή , περιπατεί  εν τω αγίω και  καταλύει  την   πνευματική  στειρότητα  της  νομικής  Σιών[165]. Αϊδιο κι ατελεύτητο  το  κάλλος  Του, περιγράφεται ήδη  από τους  Προφήτες.  Είναι  το  άνθος  εκ  της  ρίζης  Ιεσσαί , ο εξουσιαστής  βασιλεύς της ζωής , της  ειρήνης , του  πολέμου, η  θύρα  και  η  κληρονομία  της  αιωνιότητος ,  ο λύχνος  που  δια  της  εκλάμπρου  παρουσίας  Του και  εκπάγλου ωραιότητός Του, καίτοι πάσχων ως  δούλος,  πληροί  τα  σύμπαντα[166]. Ο  Χριστός , στις  αναλύσεις  του  Γέροντα , παραμένει  η  ελπίδα  των  εθνών, ο  επιμηκυνόμενος δια  της  λειτουργικής  αναμνήσεως  αίδιος λειτουργός  αρχιερεύς , η  δόξα  της  Εκκλησίας , το Φως εκ Φωτός,   ο παρών και  αεί νικών Σωτήρ[167].
Συγκεφαλαιώνει εν τω προσώπω  Του  τις  επαγγελίες  του  Θεού και ανακεφαλαιώνει το έργο της  θείας  οικονομίας , καθότι  είναι ο  άναρχος  Θεός  της  Παλαιάς Διαθήκης , η απαράλλακτη εικόνα  και η  αυθεντική αποκάλυψη  του  ουρανίου Πατρός , η «αιπύς» , δηλ. το πνευματικό ύψος  που  συνάπτει κερνών  ουράνια  και   επίγεια , το  παρόν  και  το μέλλον  του ανθρώπου,  η χώρα  των  ζώντων [168].  Ο  Γέροντας  επιχειρεί «πολυμερώς  και  πολυτρόπως» να  παρουσιάσει  το  μυστήριο  του Κυρίου  για  να  υποσημάνει  τη  διαρκή  παρουσία  Του  στην  ανθρώπινη ζωή  και  να  επιβεβαιώσει  με  τον  τρόπο  αυτό  την ορθότητα  της  πίστεως[169] που  οδηγεί  στην  κοινωνία  της  χάριτος.
ΙΙΙ. ΟΙ  ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ  ΣΥΝΟΔΟΙΠΟΡΟΙ  ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ 
Α. Η ασκητική  παράδοση
Όπως  έχει  ήδη  καταδειχθεί , μέσα  από  την βιογραφική  ιχνηλασία  του  γέροντος  Αιμιλιανού,  η  διαμόρφωση της  πνευματικής  του  φυσιογνωμίας  συντελείται  μέσα  από  μια  μακρά  και  επίπονη  διαδικασία.  Στο  τελικό  αποτέλεσμα  της  ποιμαντικής  του  προσφοράς  στο λαό  του  Θεού  συντελούν  τα  μέγιστα  και οι  πνευματικοί  του  συνοδοιπόροι , οι  οποίοι  συγκροτούν  μαζί  του  ένα  νεοφιλοκαλικό κίνημα  ή, σωστότερα , στοιχούν  στην  ασκητικοπατερική  παράδοση  της  Ορθόδοξης  Εκκλησίας  μας.  Ουσιαστικά  μιλούμε  για  μία αδιάσπαστη  συνέχεια  της  οποίας  οι  απαρχές  εντοπίζονται  στις  ασκητικές  διατυπώσεις  του  Μεγάλου  Βασιλείου  , διαπερνούν  τα  «τυπικά» των  βυζαντινών  μοναστηριών,  διαποτίζουν  το ησυχαστικό  κίνημα και ,  μετά  την  παρακμιακή  εποχή  της  τουρκοκρατίας,  αναβιώνουν  με  το  κίνημα  των  Κολλυβάδων.
Η παρουσία  του  Γέροντος  αποτελεί  ώριμο  καρπό  μιας  μακραίωνης  παράδοσης  , τον  οποίο  έδρεψε  η  σύγχρονη  εποχή.  Ανδρώθηκε  μέσα  στην  πηγαία  αγάπη  προς  τον  ησυχαστικό  μοναχισμό,  γαλουχήθηκε  με  την  νηπτική  εμπειρία,  καλλιέργησε  την  θεοπρεπή  προσευχή  , υπέστη  την  «καλή  αλλοίωση»  της   ευχαριστιακής  εμπειρίας  και  πρόσφερε  στον  κόσμο  το  θησαυρό    της  ψυχής  του.  Στην  πορεία  του  δεν  υπήρξε  μόνος  αλλά  συνοδοιπόρος   με  κατά πνεύμα   αδελφούς,   αφομοιώνοντας  στοιχεία  της  δικής  τους  εμπειρίας. Την  αφομοίωση  αυτή   ενίσχυαν οι  δεσμοί  συναντιλήψεως ,  αλληλοσεβασμού,  υπακοής , αγάπης  και  αφοσιώσεως στις  πνευματικές    μορφές με  τις  οποίες  σχετίσθηκε , χωρίς  αυτό  να  έρχεται  σε  αντίθεση  με  τις  υποθήκες  και  την  πνευματική  καθοδήγηση  των  πνευματικών  του  πατέρων.  Και  τούτο  αποτελεί  δείγμα  της  αρχοντικής  του  νοοτροπίας   και   ανωτερότητος  , όπως  αναδεικνύονται με  την υπερνίκηση  του εγωκεντρισμού και  κάθε πειρασμού  πνευματικής  αυτάρκειας.
            Ουσιαστικά  ο  γέροντας  Αιμιλιανός  αναδεικνύεται  καταρχήν  μέσα  από τις  μελέτες  του  και  κατόπιν  μέσα  από  τις  «πνευματικές  φιλίες» ως έκγονος  και  συνεχιστής μιας νεώτερης  μοναστικής  παράδοσης. Η  προσπάθεια  ανίχνευσης  των  πνευματικών  δεσμών  του  Γέροντος   με  σύγχρονες καθοδηγητικές  μορφές  της  μοναστικής αφιέρωσης  , οφείλει  να  πραγματοποιηθεί  ιστορικά αλλά και  συγχρονικά  καθότι  άλλοι υπήρξαν οι  πρόδρομοι και  σπορείς ,  άλλοι  οι  εργάτες -γεωργοί ,  άλλοι  οι  συγκομιστές  της  πνευματικής  καρποφορίας. Επιπλέον  αξίζει  να ανιχνευθεί  η  μακραίωνη  παράδοση  της  πνευματικής  συμπόρευσης ,  για να  καταδειχθεί  η  επαγωγική  ανάπτυξή  της  ανά  εποχή, φθάνοντας  ως  την  πνευματική  μεθηλικίωση  όλου  αυτού  του  αναγεννητικού  πνευματικού  κινήματος.